Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
132208 Τραγούδια, 269862 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Η φωτοσύνθεση σε παλάμες ανθρώπου      
 
Στίχοι:  
Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου
Μουσική:  
Αμελοποίητα


I.

Ένας άνθρωπος, κτήμα του εαυτού του και άθυρμα, καθώς βάδιζε
γύρω-γύρω απ’ το φως του, το είδε ξάφνου να πυκνώνει σε ύλη και
να πλάθει από εξουθενωμένα φωτόνια το ακόλουθο ηρωικό τοπίο:

Ποτέ πια σε χιόνι οπάλινο.
Ποτέ πια σε φλογερές αχτίνες.
Χαρτί, κιμωλία, κονίαμα.
Και το πιο μελαγχολικό λουλούδι
Είναι το τελικό μου πρόσωπο
Δευτερόλεπτα πριν από την εξέγερση του,
Όταν με πολεμοχαρή αξιοπρέπεια
Το πνεύμα στον εχθρό παραδίδει
Και ο βρυχηθμός της οργής της ανίσχυρης
Του γίνεται ο απαράμιλλος στίχος.

II.

Άλλος άνθρωπος μπρος στη σωρό των παθών του μέχρι καυτών δα-
κρύων καγχάζει επαιρόμενος ότι των γερόντων το ανάθεμα την τάξη
του φωτός δεν διασαλεύει:

Όπως το φως ως πεμπτουσία διατρέχει
Χώρο και χρόνο και ύλη και ενέργεια
Έτσι ο χρόνος μου δαγκώνει τα χείλη
Και χώρος μου η κοιλιά στο χώμα.
Ύλη μου οι στυγεροί μασητήρες
Που ύλη και ενέργεια άλεσαν
Σ’ απαρασάλευτο, κατάφωτο κενό.

ΙΙΙ

Άλλος άνθρωπος, ταραχών συνονθύλευμα, με απροσποίητη οικειότητα
θανάτου, γνωρίζοντας ότι οι νεφροί στάζουν αίμα, θέλγεται να απαντά
προς τους δαίμονες με κοσμικότητα επιχειρηματία:

Παρακαλώ, σπαρασσόμενα πνεύματα,
Μπορείτε σαν σε ουρανό να σιτίζεστε
Στου εγκεφάλου μου το ελάχιστο.
Τη διαχείριση των ακατάπαυστων δηγμάτων
Κάμποσο φως θ’ απαλύνει.
Ώστε με το υπόλοιπο να φαίνομαι
Σαν να μη λέρωσα με σας τα δυο μου χέρια.

IV.

Άνθρωποι που γεννούν τα γεγονότα και άνθρωποι που τα αποδέχονται
συνωστίζονται κάτω από το δέρμα ενός τυμπανιαίου ανθρώπου,
που τέτοιους προαιώνιους ομίλους καρτερικά κοιλοπονά και μ’ ένα
σπασμό του πλακούντα ή απλώς μια σύγκρουση πλακών και οι μεν
και οι δε ανέρχονται στο φως, εξίσου νεαροί και οι δύο για κάθε
πιθανή αγριότητα:

Μπορεί επομένως να σκίζεται,
Μπορεί να σπάζει στον αυχένα,
Να φέρει κακώσεις και μώλωπες,
Να όζει αιθυλικής αλκοόλης,
Την ώρα που το αναγγέλλει ο ορίζοντας,
Αυτό το φως που κυματίζει.

VII.

Άλλος άνθρωπος με ψευδαισθήσεις, που τροφοδότησε η ερμηνεία του
κόσμου και η αυταρέσκεια της κβαντικής φυσικής, συνοψίζει μια
ανεξάντλητη ποικιλία τρόμων σ’ ένα θριαμβευτικά μικρό αριθμό
δυνατοτήτων να ηγηθεί ο νους των πλασμάτων του:

Δεν θα είμαστε αιμοσταγείς μα δημοκράτες.
Θα κατανείμουμε τον πλούτο σαν τα όνειρα.
Όλοι θα έχουν και τροφή και εφιάλτες.
Δεν θα καταπονούμε το θώρακα:
Θα έρχεται η αναπνοή και θα φεύγει
Με την άνεση παλαιού αισθήματος
Που η μνήμη το κρατάει ζωντανό.
Και ποτέ, ποτέ δεν θα πεθάνουμε
Τινάζοντας τα πόδια στον αέρα.

VIII.

Ένας άνθρωπος δια βίου μαχόμενος με τον ένοικο του σφιγμένου του
στήθους (όχι δαίμονα ούτε ψυχή μα έναν κανονικό μικρό άνθρωπο,
σχεδόν παιδί) επιλέγει τη μοίρα του αυτόχειρα, με σκοπό να τον πάρει
μαζί του, δειλιάζοντας όμως μπροστά στο σκοτάδι κάνει μια ύστατη
προσπάθεια να συνδιαλλαγεί:

Θα ήθελες, μικρέ μου Πινόκιο,
Αν κατάφερνα ν’ ανοίξω τα σαγόνια μου
Και με δύναμη να πιέσω τους πνεύμονες
Σ’ όλη την έκταση της κραυγής μου,
Να βγεις κολυμπώντας στο φως;
Και ν’ αφήσεις να ενηλικιωθεί ακατοίκητο
Το περίλυπο κήτος;
Κι εγώ σαν άυπνος που εν τέλει αποκοιμήθηκε
Να σύρω πάνω μου τον ωκεανό κουρασμένο;




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 67
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   cactus @ 26-07-2021


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο