|
Στίχοι: Θανάσης Παπακωνσταντίνου
Μουσική: Θανάσης Παπακωνσταντίνου
Με τους συμπότες ήμουνα και γιόρταζα τη μέρα,
Μα ξαφνικά ένας δυνατός άνεμος με πήρε απ’ την καρέκλα.
Μ’ έδειρε, με στροβίλισε σαν να `μουν σκουπιδάκι.
Στους καταρράκτες τ’ ουρανού ξαναβαπτίστηκα.
Η πόλη που μεγάλωσα μου στέλνε τα φιλιά της.
Μόνο η καλή μου έλειπε γιατί έμπλεξε τις ζίγρες στα μαλλιά της.
Χάλκινα απ’ τη Γουμένισσα κι απ’ το Γιδά ζουρνάδες,
κι απ’ την Αγιάσσο γέροντες χορεύαν σιωπηλά.
Κοντά μου κι ο προφήτης μου, της γειτονιάς μαγκάκι,
κρατούσε αλφαβητάριο κι είχε στο χέρι Μάρτη.
Άνοιξε το βιβλίο του στην πρώτη τη σελίδα.
Ξεπήδησαν τα γράμματα και γίνηκαν πουλιά
Κι ο Ιωσήφ που πέρναγε –μοιραία ή κατά τύχη
από τα’ αυτί του τράβηξε και μου `δωσε του μαραγκού μολύβι.
«Πάρε και γράψε, αγόρι μου με το καλό σου χέρι
ό,τι η ψυχή σου λαχταρά στο άδειο το χαρτί».
Στον Ιορδάνη ήμουνα –η μήπως στο Ασμάκι;
κι έγραψα με τ’ αριστερό –άδεια ζωή ήρεμα και μ’ αγάπη:
«Αχ, να `μουνα καλύτερος, αχ, να μην ήμουν ψεύτης
και το μεγάλο κάλεσμα να μην φοβόμουνα».
|
 |  |  |  |  |  | | Στατιστικά στοιχεία | |  | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 9670 Σχόλια: 1 Αφιερώσεις: 0
| |  | | | |  |
|