Χτες το βράδυ στην ταβέρνα ήμουν σκεπτικός
καθισμένος στη γωνιά μου μελαγχολικός,
γέμιζα το ποτηράκι και το έπινα
και σκεπτόμουνα πώς ήμουν και πώς έγινα.
Ζούσα μια ξένοιαστη ζωή πριν σε γνωρίσω
προτού μ’ ανάψεις τη φωτιά μες στην καρδιά,
μες στην ταβέρνα τώρα βρίσκομαι για σένα
πίνω μα η σκέψη μου σε σένα τριγυρνά.
Μ’ έχουν χάσει οι δικοί μου και οι φίλοι μου
και το γέλιο έχει σβήσει απ’ τα χείλη μου,
την ταβέρνα τώρα έχω μόνη συντροφιά
και για σένανε δε θέλω να μου λένε πια.