|
Στίχοι: Νικήτας Κλιντ
Μουσική:
Γέννησε ο Καίσαρας φονιά κανακάρη·
χάλασε γη κι ουρανό στην αγκαλιά του να τον πάρει.
Του χάρισε μαχαίρι σκαλιστό για το πρώτο κυνήγι·
το ίδιο αίμα πιο βαθιά πληγή ανοίγει.
Το μίσος μας πνίγει σαν βιαστικά μπουκιά από ψωμί,
η αμορφωσιά μας δε βγάζει φωνή.
Τόσο καιρό χωρίς νερό πίναμε ιδρώτα με δυο πάγους
και σφάζαμε αποδιοπομπαίους τράγους.
Γυρνάει τώρα ήρθε το ψέμα καβάλα στον ήλιο
να ξεγελάσει την αλήθεια μ’ ένα μήλο
μεγάλο από ένα δέντρο κομμένο που έχει ξεμείνει
σ’ έναν επίγειο παράδεισο σωστό καμίνι
που σιγοβράζει το κακό με το καλό σε μια αρχαία συνταγή
μ’ αγνά υλικά τη γνώση, το αίμα και τη γη.
Μιαν αυγή διάλεξε η μπόρα να ξεπλύνει το θυμό της,
μηνύσαν τα πουλιά τον ερχομό της,
πέταξαν χαμηλά, φέρον εκδίκησης φωτιά,
το άσβεστο μίσος του ανθρώπου και η αποκοτιά
του θεού του αυτόκλητου, μοναδικού και γνήσιου κριτή,
των πάντων ορατών και αοράτων εκποιητή
που όλοι μ’ ονόματα πολλά δοξολογούμε
και στ’ όνομά του τα πάντα δικαιολογούμε.
Κονκισταδόροι σταυροφόροι κι ιεραποστόλοι
κατ’ εντολή και κατ’ εικόνα του όλοι.
Άλλοι κακό κερνάνε ουρανούς
κι άλλοι το κρύβουν σε κάποια σπηλιά.
Βαφτίζουν δίκιο φυγάδες θεούς
που σκοτώνονται από παλιά
από εκεί που ανταμώνουνε πρώτα τον ήλιο
’στειλαν δυο μαύρα του θανάτου πούλια.
Μεγάλο δαγκωμένο Μήλο
πήρες μιαν αυγή το σκοτάδι αγκαλιά.
Βρέχει φωτιά πάνω απ’ του φόβου την ομπρέλα
που άνοιξε γρήγορα κι απρόσμενα η τρελά
να προστατεύσει από του μίσους την παράξενη γκέλα
της ψυχής το σουρταφερτα και του νου το πηγαινέλα.
Δειλά δειλά προχωρούν κι οι αντρειωμένοι
στης αφθονίας τη χώρα την κουρασμένη,
στο θερμοκήπιο της Εδέμ που ‘χει απλώσει τα όρια του
κι έχει μπλέξει σε δίχτυ τα πιο ανυπάκουα παιδιά του.
Η κακοδαιμονιά του λυτρώνει τους πάντες
και λιβανίζει τ’ αυτιά μας μ’ αυταπάτες.
Σε πρώτο πλάνο ο τρίτος κόσμος, σκηνοθέτης η δύση,
ποτίζει μ’ αίμα κάθε διαφορετικό να μην ανθίσει·
κι αντί για λουλούδια πετάει τ’ αγκάθια του μακριά,
μα δε ματώνει· τη γλιτώνει η κάθε εταίρα μητριά.
Σε μαυροκόκκινο φόντο ο φονταμενταλισμός
βολεύεται γραφικός, του φταιει ο καπιταλισμός
για έναν αιώνα –και βαλε – το δουλεμένο εργαλείο του
που του ‘χει χτίσει από παλιά το μαυσωλείο του,
δίπολο φορτίζει το κενό του κοινού
που ταυτίζεται και παίρνει το μέρος καποιανού
σωτήρα προφήτη και λυτρωτή
είτε από δω είτε από κει σταυρώνει και το σταυρωτή·
δικαιώνεται και νιώθει χορτασμένο
μ’ ένα Μήλο μεγάλο και δαγκωμένο.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 1521 Σχόλια: 0 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|