| [font=book antiqua] Τα ρούχα μου μυρίζουν μπογιά. Μπογιά και ξύσμα μολυβιού.
Ζωγράφιζα εσένα για ώρες. Μούδιασε το χέρι μου.
Η ψυχή μου έχει μουδιάσει από πάντα.
Λατρεύω τον τρόπο που μου χαϊδεύεις τα μαλλιά.
Και που τα δάχτυλά σου χορεύουν στο κορμί μου.
Αγαπώ κάθε ένα φιλί που μου δίνεις. Κι εκείνα που δεν μου δίνεις ακόμα πιο πολύ.
Ήθελα να ζωγραφίσω τον ήχο της φωνής σου, όταν ψιθυρίζεις.
Αλλά είχε τελειώσει το μπλε.
Κι ήθελα να φτιάξω ένα κόκκινο βαθύ πολύ. Σχεδόν μοβ.
Δεν πειράζει. Θα σε ζωγραφίσω αύριο ξανά.
Θα πάω στο μεταξύ ν’ αγοράσω πινέλα.
Εκείνα που είχα τώρα έχουν βαπτιστεί.
Ένα το ονόμασα καφέ σαν τα μάτια σου. Μα αύριο θα έχουν άλλο χρώμα.
Και πώς να τα βάψω με πινέλο καφέ;
Μπορείς να κρυφτείς πίσω απ’ τα ματόκλαδά μου.
Και να κοιμηθείς εκεί όσο καιρό θες. Κρυμμένος.
Κουβαλάω το αποτύπωμά σου πάνω μου.
Όχι εκείνο των δαχτύλων. Αυτό το έχει ο οποιοσδήποτε.
Των δοντιών.
Μ’ εκείνα με γράπωσες.
Κράτα με κι ας κυλά το αίμα. Μη μ’ αφήσεις να πέσω.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 3
| | | | | | |
|