| Ο Μάρκος βλέπει τη βροχή απ'τα παράθυρα
Σταγόνες που παραπονιάρικα χορεύουν
Ειν'απ'τους τύπους που τ'ανοίγματα σιχαίνονται
Γιατί μ'αυτό το κάπου εκεί έκω συνορεύουν
Αυτά τα σίδερα του Μάρκου του θυμίζουνε
Λέει ένα σκίρτημα δειλό μες την καρδιά του
Ένα ταψί ζεστά μπισκότα -αχ πόσο του'λειψαν-
Να καλοπιάσουνε τα περιττά κιλά του
Το ταψί ή το παράθυρο
Κάπως τα μπερδεύεις λες και μου τα κάνεις ένα
Του ξεσπάσματος γεύση μου
Γεύση μου γλυκειά από μπισκότα γεμισμένα
Ο Μάρκος είναι ντροπαλός και πάντα μόνος του
Ένα εβδομήντα με πυρόξανθα μαλλιά και γένια
Και γέμισε η αίθουσα νερά! Ποιός να τα έχυσε;
Ο Μάρκος σφουγγαρίζει με το νου σ'εμένα
Αχ πικρό μου παράπονο
Τίνος το μυαλό με κλείνει λες σ'αυτή τη σάλα;
Σ'άλλου όνειρο θα'μουνα
Δίπλα σε δυο μάτια καστανά μεγάλα
Ο Μάρκος βλέπει ξάφνου μπρος του το σκουπόξυλο
Είν'αφημένο όλο χάρη στη γωνία
Κι από την πράσινη λαβή μια κάρτα κρέμεται
Λέει: "Ένα δώρο από 'μένα με πολλή μαγεία"
Κι ο Μάρκος δίχως σκέψη δεύτερη το καβαλάει
Στριφογυρίζει μέσα στα νερά, μουσκεύει
Και σπάει με φόρα το ταψί ή το παράθυρο
Και τώρα μέσα σ'ένα νέφος κρύο ταξιδεύει
Μα στερνή του μετάνοια
Μου'πε να σας πω πως ήτανε σαν πρώτα
Που πριν φύγει δεν σκέφτηκε
Να πάρει μαζί του μερικά μπισκότα
Κι έτσι μάλλον τον έχασα
Μα μου άφησε αυτή τη μελωδία...
Το ταψί και το παράθυρο
Παίζει να'ναι τελικά η ίδια ιστορία
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|