| Ο ταχυδακτυλουργός
με μια φαντεζί κίνηση
άνοιξε το χέρι του,
στη μέση της επίπεδης παλάμης
ένα ποίημα
Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου
Θέλησα να ξεχάσω
για παράδειγμα
τα ποντίκια που κάθε βράδυ
έρχονται στο υπόγειο
και ροκανίζουν τα παλιά βιβλία
το σαράκι που σιγοτρώει τα δοκάρια,
τον σκουπιδοτενεκέ
με το καπάκι, στο πλάι αφημένο...
Τα παντζούρια σαν λυπημένα ματόκλαδα, κλειστά
Τι με κοιτάς?
Ένα παλιό παιχνίδι είναι
Ορίζω την ελευθερία μου με κάγκελα
Το ίδιο δεν κάνετε όλοι σας?
Κι ύστερα δραπετεύω
περνώ απ' την άλλη πλευρά
ορίζω την φυλακή μου
και ξανά
τόσο που δεν ξέρω
αν είμαι το σκιάχτρο
μέσα στα σπαρτά....
ή τα πουλιά
Ένα σκιάχτρο με τα χέρια,
τα αχυρένια στις τσέπες,
περπατώ με την πλάτη σκυφτή
Και τα πουλιά ακίνητα
Σαν σκιάχτρα
Ποιος οδηγεί τα βήματά μου?
Α, η σκόνη
Και σαν αναστενάρης περπατώ
στου Αι Γιώργη
τα πυρακτωμένα κάρβουνα,
στη γιορτή
Στα σοκάκια μιας σβησμένης έκστασης
Α, η στάχτη
Κι οι λεπτοδείκτες
όλο κυνηγιούνται σαν τα σκυλιά που παίζουν
Ένα μανιτάρι φύτρωσε στη τσέπη μου
Τινάζω την οργή από πάνω μου
Κάποτε όλα θα 'ναι ένα χαζό παραμύθι
οι φτωχοί και οι πλούσιοι
κι ο δράκος του Αι Γιώργη
Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου
Ένας πιτσιρικάς πέρασε
σφυρίζοντας μόρτικα
Το ζυμάρι γίνεται ψωμί
το σφυρί χτυπάει το αμόνι
το χέρι σου δραπετεύει
απο το δικό μου
Ήρεμα νερά
και οι λεύκες
τα κοιτούν βαριεστημένα
καθώς δροσίζουν τα πόδια τους
Γύρω γύρω η μυλόπετρα αλέθει το στάρι
Μια ασπρόμαυρη φωτογραφία
το σκοτάδι παλεύει με το φως
και κερδίζει το γκρίζο
Κι εσύ ποιητή
γιατί μου καρφώνεις τα πόδια?
Ξέπνοα παρακολουθώ
την μέλισσα που πάει να αυτοκτονήσει
Με σκισμένα ρούχα η άνοιξη
βογκά
στην αγκαλιά του χειμώνα
Οι φασίστες, σαν γαλοπούλες
όλοι ίδιοι είναι...
φουσκώνουν, ξεφουσκώνουν
και κοκκινίζει το λιρί τους
απ' την προσπάθεια
Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου
γαμώ τα λοφία τους
κι οι πράσινοι λόφοι, ματωμένοι
οι αντάρτες
που δεν ξέρουν για ποιον πολεμάνε
Τα πορνό περιοδικά
κρεμασμένα στο περίπτερο
κι οι ασπριδεροί τάφοι
οι ανθισμένες κερασιές
η σκουριά στις ερπύστριες
και στην αυλόπορτα του πατρικού
με τους χαλασμένους μεντεσέδες
Η γή γυρίζει και μας αλέθει
Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου
Ο ταχυδακτυλουργός
βγάζει απ' τις τσέπες του
μαντήλια πολύχρωμα
αυγά,περιστέρια...
κουτσές στιγμές που σκαρφαλώνουν πάνω μου
σαν μυρμήγκια με δεκανίκια
Ο σκουπιδοτενεκές
με το καπάκι αφημένο στο πλάι
Τα παντζούρια σαν λυπημένα ματόκλαδα
Τι με κοιτάς πίσω απ' τις γρίλιες?
Ξεκάρφωσε τα πόδια μου
Δεν ξέρω που να πάω...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 8 Στα αγαπημένα: 4
| | | | | | |
|