| Η Τζένη, η Αννα κι η Μαρία
στην πίσω αυλή της γιαγιάς
οι κούκλες τους στην αγκαλιά
και ντροπαλά χαμόγελα
ρίχνουν η μιά στην άλλη.
-Εγώ αγαπώ τον Πρίγγηπα
είπε η Αννα
-Εγώ τον Ιππότη
είπε η Μαρία ντροπαλά.
Η Τζένη δε μίλησε
η αθωότητα κρατούσε τη φωνή της
για λογαριασμό της μόνο.
Τα χρόνια πέρασαν.
Η μπάντα σίγησε κι ο επιχειρηματίας
άφησε φιλοδώρημα γερό στους σερβιτόρους.
Η όμορφη Τζένη διάλεξε πάλι να μη μιλήσει
ήταν ο πονοκέφαλος και η γλυκιά ζαλάδα της σαμπάνιας,
ήταν το κρεβάτι του ξενοδοχείου που την περίμενε να την εξευτελίσει,
ήταν ο μικρός αδερφός στο νοσοκομείο που βούλωσε
για άλλη μια φορά το στόμα της.
Με ένα ανεπαίσθητο κλικ όπως έκλεινε η πόρτα της jaguar,
έκλεινε η αθωότητα το κέλυφος της.
Ο επιχειρηματίας φόρεσε στα μάτια του ξανά το armani
έδεσε καλά στο λαιμό της ανθρωπιάς τη μεταξωτή του γραβάτα
τίναξε επιμελώς απ'τα παπούτσια του τους κόκκους της συνείδησης,
κοίταξε πονηρά στον καθρέφτη κατεβάζοντας μια χούφτα viagra.
Η νύχτα πέρασε.
Τα μάτια του επιχειρηματία ήταν για πρώτη φορά ανοιχτά
όπως και η κοιλιά του με τα έντερα να ξεχειλίζουν στο σεντόνι.
Η Τζένη με βήμα αργό χαμογελούσε κατα πάνω.
Το κέλυφος άνοιξε ξανά.
Η φωνή για πρώτη φορά ανέβηκε από το στομάχι,
πέρασε το στέρνο,
χάιδεψε τα στήθη της τρυφερά,
έφτασε στο λαιμό και βγήκε:
Εγώ αγαπώ το Λύκο!
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|