| Με λύπη μου πληροφορήθηκα από τους αξιότιμους φίλους μου για το θάνατο του Φ. Όχι ότι ξαφνιάστηκα βέβαια. Όσον καιρό τον ήξερα και είχα δουλέψει μαζί του, τον θεωρούσα παππού ή έστω γέρο. Οι εξηντάρες γεροντοκόρες της υπηρεσίας ήταν γι’ αυτόν κοπέλες. Έτσι τις αποκαλούσε κι έτσι ήταν για εκείνον, αφού όλες τους είχαν γεννηθεί πολύ αργότερα από τη δική του είσοδο στη δεύτερη περίοδο ωριμότητας. Κι εν τω μεταξύ, είχαν περάσει άλλα 20 χρόνια. Μακριά από μένα οποιαδήποτε ψευδαίσθηση περί δυνατότητας απόδοσης της μακρινής εκείνης εποχής που δούλευα μαζί του στον Φαρμακευτικό Τομέα του Οργανισμού, με ρεαλιστικούς διαλόγους (της τότε διαλέκτου) και τα όμοια. Διατηρώ ωστόσο το δικαίωμα των ισχυρών αναμνήσεων από τις προσωπικές μας στιγμές. Η μνήμη μου άλλωστε υπήρξε η αφορμή για πολλά. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι με είχε σαν γιο του. Τόσο μ’ αγαπούσε, τόσο απόμακρος κι αυστηρός ήταν μαζί μου. Μου διηγούνταν ιστορίες από τον πόλεμο (το δεύτερο μεγάλο), μου έδινε οδηγίες για να κάνω αντισωματικές εγχύσεις (ουδέποτε προσπάθησα ή χρειάστηκε να κάνω κάτι τέτοιο) με σχετικά σχέδια επί χάρτου, όπου χώριζε την περιοχή των γλουτών σε τεταρτημόρια, με κέντρο το νοητό άξονα του ορθού και, φυσικά, μου έδινε συμβουλές για τον επικείμενο τότε γάμο μου. Η σχετική φιλοσοφία του συνοψιζόταν στη φράση «απέτυχες στο γάμο σου, απέτυχες παντού» και ήθελε να με προφυλάξει από το ενδεχόμενο, μετά τη γ**ήλια τελετή, η απάντηση των φίλων μου στην ερώτησή μου πώς τους φάνηκε η νύφη να είναι «βιάστηκες».
Περιέργως, γι’ αυτόν και τα πολυάριθμα αδέλφια του (τουλάχιστον 5 ή 6), η εποχή της αφθονίας ήταν μια εποχή δύσκολη για τον τόπο και την ιστορία του. Είχε ζήσει, παρ’ όλη την οικονομική του άνεση, μια ζωή λιτή και συντηρητική, με την αυστηρή σύζυγο και συνεργάτιδά του, κόρη ήρωα στρατηγού του πρώτου μεγάλου πολέμου και των μετέπειτα απελευθερωτικών αγώνων.
Στο Φ.Τ. έζησα μαζί του την έξαρση, ή την πρώτη ορατή εκδήλωση της πρώτης εκφυλιστικής νόσου, που αρχικά εκδηλώθηκε στα νεαρά μέλη της κοινωνίας μας. Οι πρώτες σχετικές οδηγίες αντιμετώπισης ήταν ακόμα (λόγω απειρίας) χαλαρές και τα κέντρα ήταν ελεύθερα να χορηγούν θεραπευτικές αγωγές που αποδείχτηκαν βλαβερές πολύ αργότερα αλλά και πολύ πριν απαγορευτούν. Όλα βέβαια υποτίθεται ότι γίνονταν με καλή πρόθεση αλλά δεν ήταν αρκετά. Τίποτα δεν φαινόταν ικανό να σταματήσει την επέκταση της νόσου, πολλώ δε μάλλον που όλες οι σχετικές προσπάθειες γίνονταν τότε στα πλαίσια μιας αφηρημένης άποψης περί γενικού καλού, που λειτουργούσε όμως τελικά απλώς ως κάλυμμα για μια επιπλέον δραστηριότητα συμφέρουσα από οικονομική ή, στην καλύτερη περίπτωση, ερευνητική άποψη.
Τόσο νεφελώδεις ήταν οι απόψεις του κόσμου γι’ αυτό το ζήτημα εκείνη την εποχή, ώστε η αγαπητή σύζυγος και βοηθός του, κατά τη διάρκεια μιας εφημερίας αντιμετώπισης κρίσεων (έτσι ονομαζόταν) επέλεξε να προσφέρει ως βοήθεια σε κάποιον πάσχοντα στο τελευταίο στάδιο 20 μονάδες εκχύλισμα συκομουριάς, κατεβαίνοντας με τέτοιον τρόπο ταχύτατα όσο και αυθαίρετα την κλίμακα της σχετικής φαρμακολογίας. Θυμάμαι ότι από την αρχή αμφέβαλλα για το κατά πόσο μη επανεμφάνιση του φακέλου του συγκεκριμένου ασθενούς στα αρχεία νοσούντων οφειλόταν στην άμεση θεραπευτική δράση του εκχυλίσματος συκομουριάς.
Θυμήθηκα ότι ο Φ. ήταν από τους πρώτους που πλησίασαν οι εμπνευστές της κίνησης ανάδειξης των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων. Η θέση του ότι η τότε νέα γενιά της αμφισβήτησης (πάντα υπάρχει μια τέτοια) δεν ήταν παρά παιδιά τρελά (sic), που όταν τα σταματήσεις στο δρόμο και τα ρωτήσεις «τι θέλετε» αυτά απαντούν «δεν ξέρω» φαίνεται ότι είχε εκτιμηθεί ιδιαιτέρως.
Είχαμε το ίδιο μικρό όνομα, αλλά εκείνος συνήθιζε να με αποκαλεί με το επώνυμο ενός πολιτικού ηγέτη που είχε γεννηθεί στην ίδια περιοχή με μένα (πολιτικά αντίθετο με τον ίδιο), γιατί εκτός των άλλων, με θεωρούσε έξυπνο και δραστήριο.
Η φωνή με επανέφερε στην πραγματικότητα. Ανασηκώθηκα στην καρέκλα μου αναζητώντας ασυνείδητα, όπως η μύγα το φως, την αιτία της αφύπνισής μου.
Το θηρίο της παλιάς αρρώστιας αργοσάλεψε μέσα μου, γεμίζοντας τον εγκέφαλό μου με υποτιθέμενα υπαρκτές οσμές και άλλες αισθήσεις, κυρίως όμως οσμές, του παρελθόντος.
Η οσμή μιας τουαλέτας, η αφή ενός χνουδωτού παλτού, τα λόγια ενός παλιού τραγουδιού, η αίσθηση ερήμωσης κάποιο χειμωνιάτικο απόγευμα, σ’ ένα χωριό με λιγότερο από 500 κατοίκους, η αναμονή, … αυτή η αναμονή…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|