| Μια γιρλάντα άσπρες κάλτσες στο σχοινί
περιμένει κουρασμένους ιδιοκτήτες,
να φορεθεί για βιαστικά βήματα ποδιών γεμάτα κάλους.
Μία κυρία στο λεωφορείο
καρφώνεται στην πλάτη αγοριού όμορφου
και του μιλάει με ακατάληπτο μουρμουρητό.
Είναι μαυροντυμένη, γυρίζει από μνήματα.
Αγόρι μη γυρίσεις! Μην της χαλάσεις την ελπίδα πως
είσαι το παιδί της.
Κατεβαίνουν μαζί, τον ακολουθεί μουρμουρίζοντας.
Στην πλατεία περπατά ο ψεύτικος ναύαρχος,
φοράει λινό ατσαλάκωτο άσπρο κοστούμι,
ένα καπέλο γεμάτο κίτρινες γιρλάντες, βαθμοφόρος!
ʼλλο διακριτικό πουθενά παρά μόνο
ένα πλαστικό ροζ τριαντάφυλλο στο πέτο.
Παραμιλάει κι αυτός. Διατάζει το στόλο του.
Πλησιάζει και τη ρωτάει: Πάλι καπνίζεις;
Αυτά είδε αυτή που γύρισε ξεθεωμένη,
περπατώντας στους θορυβώδης δρόμους της Αθήνας.
Κι εγώ που πλάθω ιστορίες κατ΄ επάγγελμα σκέφτομαι
Ο ναύαρχος έκλεψε από τις κάλτσες τη γιρλάντα,
την έβαψε κίτρινη και μα την αλήθεια
μοιάζει πολύ με κάλτσα ο ίδιος,
μέσα στο άσπρο του λινό κοστούμι.
Το ψεύτικο ροζ τριαντάφυλλο
είναι από το μνήμα του παιδιού
της μαυροφορεμένης γυναίκας,
το διάλεξε πλαστικό για να κρατήσει για πάντα.
Αυτός το έκλεψε για τον ίδιο λόγο.
Κι αυτή που τόσο που καπνίζει θα πεθάνει
τη μάνα της βλέπω να την αναζητάει
σε πλάτες όμορφων κοριτσιών στα λεωφορεία.
Θέλετε να ρωτήσετε το επάγγελμά μου, υποθέτω
ʼνεργη συγγραφέας, άεργων ιστοριών.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|