| Ξεδιπλωσα λοιπον που λες
οσα ειχα καλα κρυμμενα
στο δεφτερι μιας βουβης ευχης
και τα αραδιασα, προχειρα ριγμενα
στου μυαλου το ακαρδο πεδιο
για να τ' ακουσουν απληστες σκιες, φωνες που βλεπω στο καθρεφτη καθε βραδυ
οσες διψουσαν να βρεθουν στο βυθο... να μη τις βλεπει ηλιος
οσες ειχαν ξεραθει η χαθηκαν στα τουνελ της καρδιας
εκει... η λογικη ζητιανευει να απλωσει σα κουρελι τη φωνη της
σ' εκεινο το μερος, που λες, γεννηθηκε απροσμενα δικτατορας γελειος
κι ας ητανε τρανος, κι ας ηταν ρωμαλαιος
γραμμενες τον φιλησαν κρυφα, αποτομα οι μοιρες
ολο ραχατευε ο βασιλευς, ολο σκεφτοταν και γελουσε
μα καπου γυρω γρυλιζε μια μαυρη κυριακη...
καραδοκουσε ασκοπα...
ηρθε που λες μερα ναι, χαραξε το τελος
και απο το θρονο τραβηξαν οι λεξεις
το τσαρλατανο ετουτο,
εκει... στις χαραδρες τις καρδιας, ο νους τρικλιζει στα στενα διχως μιλια
σπασμενα χερια δε με σταματησαν
και αφησα λοιπον, απραγος
επετρεψα τον αρχοντα να φανε σαν αρπακτικα τα λογια σου
με καθε φραση να του σκιζουν την αφελεια, ανελεητα...
εχει πεθανει πια που λες, αυτου του τυρρανου ο σκοπος
ερωτας, πονος, ευτυχια... οτι και να 'ταν τ' ονομα του
τωρα σαπιζει ξεχασμενο στο χαρτι.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|