|
| Το Τέλος των Ημερών (μέρος 8) | | | Αυτή η αναγκαστική αγκίστρωση μου σε υλικά ζητήματα με εκνεύριζε. Θυμήθηκα ότι έπρεπε να ελέγξω τον ισχνό τραπεζικό λογαριασμό μου. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα κάνει πολυέξοδες διακοπές. Στο σπίτι της μητέρας μου, όπου έμενα τον περισσότερο καιρό είχα εξασφαλίσει (όχι ηθελημένα) δωρεάν στέγη και φαγητό, αλλά ο αριθμός που εμφανίστηκε στην οθόνη της αυτόματης μηχανής εξυπηρέτησης δίπλα στη λέξη «υπόλοιπο» με ανάγκασε να επαναλάβω τη διαδικασία ερώτησης υπολοίπου 4 ή 5 φορές. 380 εκατομμύρια μονάδες παρά κάτι ψηλά, αριθμητικώς και ολογράφως. Η κάρτα έγραφε το όνομά μου, ο PIN σωστός (σύμφωνα με όλους τους διαφορετικούς μνημονικούς κανόνες που είχα εφεύρει για το παν ενδεχόμενο), η τράπεζα σωστή, το ονοματεπώνυμο στην αστυνομική μου ταυτότητα να συμπίπτει, οι τελείες και τα κόμματα στην αριθμητική απόδοση του ποσού ελεγμένα επανειλημμένως. Έκανα ανάληψη μόλις διακοσίων μονάδων, με τη βεβαιότητα ότι επρόκειτο περί προσωρινού ηλεκτρονικού ή τραπεζικού λάθους, το οποίο το αργότερο μέχρι την επόμενη εργάσιμη ημέρα θα είχε διορθωθεί, αφήνοντάς με πάλι τίμιο μεν, αλλά μάλλον πτωχό, ή έστω μετρίως οικονομικά πορευόμενο.
Η κίνηση στο δρόμο είχε αποκτήσει το σύνηθές της μέγεθος, καθώς η ώρα πλησίαζε μεσημέρι. Η ασυνήθιστη ομίχλη ανάγκαζε τους οδηγούς να έχουν αναμμένα τα φώτα των οχημάτων τους. Έψαξα για 2 στρογγυλά φανάρια, ασυνείδητα, αλλά όπως δεν πήρα καμιά απάντηση, όπως άλλωστε περίμενα τέτοια ώρα, πήρα πάλι το δρόμο για το σπίτι με τα πόδια.
Δεν απαντά κανείς, μονάχα εσείς οι δύο
Πας και διστάζεις
Αγνοούσα εδώ και καιρό πού βρισκόταν το αυτοκίνητό μου. Θυμάμαι τον εαυτό μου στο τιμόνι κάποια βροχερή νύχτα, αλλά αμέσως μετά, στο μπαλκόνι του σπιτιού μου, θυμάμαι πως περιμένω κάποιο άλλο αυτοκίνητο (αυτό πρέπει να είναι!) που μέχρι τώρα δεν έχει έρθει.
Καλώς. Κανένας δεν θέλει να κάνει τον ήρωα, ιδιαίτερα χωρίς λόγω και ιδιαίτερα εγώ. Όμως, όταν το δίκυκλο όχημα συγκρούεται χωρίς φρένο με τον τοίχο και δυο κορμιά πετάγονται με πάταγο πάνω στην άσφαλτο (τη φρέσκια άσφαλτο) μέσα στη νύχτα και πολύ λίγοι ξέρουν περί τίνος πρόκειται, κάποιος πρέπει να κάνει κάτι.
Οι λίγοι περαστικοί βοηθούν για τη μετάβαση στο κοντινότερο κέντρο περίθαλψης. Μέσα σε κάποιο όχημα. Κάποιο σχετικό λέρωμα των φτηνών μοκετών από αίμα και εμετό, αλλά ποιος δίνει σημασία.
Λίγο πριν, στην αγκαλιά μου, παρηγορώ την άμεσα ενδιαφερόμενη και για μια στιγμή αφήνω τον εαυτό μου να φανταστεί ότι εκείνη με σφίγγει με πάθος απευθυνόμενο σε μένα. Λάθος. Κάποιος άλλος, μέσα στη σύγχυση, αποκαλεί κάποιον αδελφό του, χωρίς να είναι (ακόμα). Τα τραύματα σχετικά επιπόλαια τελικά. Τη μεγαλύτερη ζημιά έχει πάθει ο τοίχος, που θα απομείνει τραυματισμένος για αρκετό διάστημα με την τρύπα να χάσκει και την ογκώδη πέτρα πεταμένη αρκετά μέτρα μακριά.
Κάποιος επίδοξος γιατρός κι ένας ειδικευόμενος οφθαλμίατρος κάνουν τις απαραίτητες ραφές, καταχωρίζοντας το συμβάν στις προς με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αξιοποίηση εμπειρίες τους.
Τα θύματα είπαν στην αστυνομία ψέματα. Τα κομμένα δάκτυλα του ενός δικαιολογήθηκαν ως από κλείσιμο πόρτας τη λάθος χρονική στιγμή. Οι μώλωπες, ως από ξυλοδαρμό από υπεράριθμους φανατικούς της εντοπιότητας υπηκόους, θιγμένους μετά από αποτυχημένη απόπειρα απειλής τους για λόγους τιμής. Γενική ασυνεννοησία και γραφειοκρατική καθήλωση.
Η επιστροφή μου από το νοσηλευτικό σταθμό, καθόλου άνετη, στην καρότσα κάποιου άγνωστης προέλευσης και ιδιοκτησίας ημιβαρέος οχήματος. Στη διαδρομή, ανασκοπώ τις τελευταίες εξελίξεις. Η ταυτότητα του ενός εμπλεκομένου, αδιευκρίνιστη. Φερόμενος ως κατέχων φαρμακευτικό τμήμα μεταξύ των δυο εκείνων γνωστών οδών της πόλης, δηλώνει παντελή άγνοια. Κάποιοι κάνουν καλά τη δουλειά τους, επειδή προφανώς έχουν μείνει εκτός παιχνιδιού και επιμένουν στις ερωτήσεις: Πού, πώς, γιατί (τα γνωστά δηλαδή). Ο καλός κι ο κακός εν πλήρη δράση, από την άλλη μεριά. Περίεργο, αλλά φοράνε φόρμες που μοιάζουν μ’ εκείνες των εργαζομένων στην ηλεκτρική εταιρία. Από πότε έχει αρχίσει αυτό το παιχνίδι;
Ασφαλώς και με γνώριζαν, ασφαλώς και υπολόγιζαν στη βοήθειά μου, ασφαλώς και είχαν υπόψη τους ορισμένες λεπτομέρειες, ασφαλώς και θα προσπαθούσαν να μ’ ενοχλήσουν κατά το δυνατόν λιγότερο. Έκαναν, η αλήθεια είναι, τις ερωτήσεις τους με ευγένεια και ανοχή στη σταθερή μου άρνηση ότι γνωρίζω το παραμικρό. Είχα να κάνω κάποιες δουλειές, λέει, και ζήτησα να φύγω εφόσον δεν με χρειάζονταν κάτι άλλο. Με άφησαν με εξεζητημένη ευγένεια. Άλλωστε, σύντομα θα ήμουν πάλι προϊστάμενός τους.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| | |
|
ΓΙΑΝΝΗΣ Κ 26-09-2009 @ 11:03 | Η πρωτη παραγραφος μου αρεσε πολυ,κατι σαν επιστημονικη
φαντασια,ηθελα να διαβασω και αλλο αλλα με εκοψες για ενα
προσωπικο μονολογο που δε καταλαβα τιποτα.
Πως κολλανε αυτες οι δυο? | | Ναταλία... 27-09-2009 @ 02:41 | Θα περιμένο το υπόλυπο ::yes.:: | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|