| Στην κάτασπρη στενόμακρη αυλή θυμωμένος ο βοριάς φυσούσε
Μια γλάστρα με βασιλικό έπεσε απ’ το περβάζι κι έσπασε
Η ξύλινη σκάλα που στο ανώγι οδηγούσε αδιάκοπα έτριζε
Κι ένα πλοίο πολυταξιδεμένο στ’ αφρισμένο πέλαο ναυαγούσε.
Τ’ άστρα απελπισμένα έπεφταν στη μαύρη θάλασσα ένα-ένα
Τα κύματα πελώρια σαν καρυδότσουφλα τα βολοδέρνανε
Τα πτώματα των ναυτικών στην έρμη ακρογιαλιά ξεβράζανε
Και τα στήθη τού σπιτιού στα βράχια πονούσαν και σπαράζανε.
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|