| Τι πήγα και θυμήθηκα κι απόψε
Σε μια από τις συνήθεις πια αναδρομές του νου:
Ήμουνα λέει παιδί, στις θημωνιές απάνω
Που ήτανε παραταγμένες ολοτρόγυρα στ’ αλώνι
Κάτω απ’ τον ήλιο του καλοκαιριού
Τριβόλια είχανε αγκιστρωθεί στα ρούχα μου
Στάχια είχανε μπλεχτεί με τα μαλλιά μου
Ίδιος θαρρείς ιερέας της Δήμητρας
Οπλισμένος γερά με την ανεμελιά
Και με την άγνοια του αύριο
Πανίσχυρος μέσα στο αχυρένιο μου οχυρό …
Κι ύστερα έμπαινα λέει σε αμπέλι ατρύγητο
Και περπατούσα ανάμεσα στα λυγισμένα κλήματα
Λέγοντας κάποιο παιδικό τραγούδι που δε θυμάμαι πια
Ίδιος ακόλουθος θαρρείς του Διονύσου
Μέσα στην πιο απόλυτη διαύγεια του φωτός
Τινάζοντας στο πέρασμά μου
τις πρωινές δροσοσταλίδες απ’ τα φύλλα
Που κάλυπταν σαν στοργικές γιαγιάδες
Τις κυοφορούσες μάνες του κρασιού…
Σκέφτομαι…
Πόσο πιο έντονα θα είχα ζήσει εκείνες τις στιγμές
Πόσο πιο λεπτομερώς θα τις είχα καταγράψει στη μνήμη μου
Αν ήξερα πως κάποτε θα τις αναπολούσα…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|