Στο κράτησα.
Που δεν μίλησες όταν με είδες να αδικούμαι
να βασανίζομαι από φαρισαίους αρχιδιαβόλους.
Δεν είπες τίποτε, και εγώ στο κράτησα.
Στο κράτησα που όταν με είδες να δακρύζω
κάτω από τον γκρίζο ουρανό
δεν μίλησες, λέξη δεν ξεστόμισες, να σταθείς δίπλα μου.
Στο κράτησα, που όταν
μου κάρφωσαν μια σφαίρα στο λαιμό
και αιμορραγούσα
δεν είπες τίποτε, μια λέξη να καταλύσεις το τετριμμένο μου.
Και στο κράτησα
που δεν μίλησες ποτέ
για τίποτε άλλο παρά
συνέδρια,γραφεία και λερωμένες γραβάτες.
Και άφησες τα δικά μου όνειρα ακροβάτες.