| Αφόπλισα απ' την πύρινη γλώσσα τις λόγχες...
απ' το υπόγειο δανείστηκα ένα μπαούλο...
παλιό και σκουριασμένο...
έτριζαν οι κλειδώσεις στο άνοιγμα...
σκελετός σκεβρωμένος...
χαραγμένος με το βάρος του χρόνου...
γιομάτο από σκοτάδι...
με μια οσμή που σφράγιζα τα ρουθούνια...
είχα ξεχάσει να θάψω το τέλος του...
εκεί στρίμωξα τις χλομές λόγχες...
κοιτώντας μ' ένα πικρό χαμόγελο...
το Τέλος...
μιας κατα-δικασμένης "εξουσίας"...
που σμίλευε κατά εξακολούθηση...
την γέννεση ενός αγγέλου...
που ελευθέρωσα απ' τους ιστούς μου...
στο γαλάζιο που είχα ζωγραφίσει...
με το πινέλο της ψυχής...
***
Αφόπλισα...
σχιζοφρενείς μισθοφόρους...
γκρεμίζοντας υγρές φυλακές...
καίγοντας άγχώνες που μύριζαν θάνατο...
***
Τώρα φλερτάρουν...
την λευτεριά μου...
αγοράζουν το χαμόγελο...
σιωπούν στο καλπασμό μου...
στις παλάμες μου φυτεύουν γαρδένιες...
οι νότες ταξιδεύουν ...
σε μια νέα πατρίδα...
σε έναν νέο πρόλογο...
όπως παλιά...
που χόρευαν τα χελιδόνια στα μάτια μου...
κι η άνοιξη έλουζε το δρασκέλισμα της ζωής...
όπως παλιά...
θα ταξιδέψω...
στον ωκεανό μιας άνοιξης...
όπως παλιά...
Στέλιος Κ.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|