| Κάτι τέτοιες νύχτες είναι που πετάω
κόκκινα χαλίκια στα σύννεφα μήπως και
πάψει να κρύβεται η χλωμάδα της σελήνης
από τα όνειρά μας .
Ξέρεις για κείνες τις νύχτες μιλάω
με το βιαστικό βήμα της βροχής να παλεύει
να ισορροπήσει στις στέγες μιας γειτονιάς που
αποκοιμήθηκε νωρίς .
Τα αποτυπώματα των χειλιών σου ακόμα ζωντανά
στο μισοάδειο ποτήρι δεν έχουν κάτι να πουν .
Κι η φωτιά που θέλω να με ζεστάνει
δε χωράει στα σκόρπια βιβλία
που βαριανασαίνουν πληγωμένα στο πάτωμα .
Δυο γενιές παλεύουν εδώ γύρω μεταξύ τους
για το ποια θα ελπίζει .
Μα δεν ελπίζει κανείς κι ούτε κρυώνει
σαν φύτρωσαν τούτα τα κάγκελα στο μπαλκόνι .
Μεγάλα κάγκελα ανθιστά για να μας προστατεύουν .
Κούφιες ζωές που κάνουν να γελάσουνε πριν κλάψουν .
Καταλαβαίνεις τώρα πως χτυπάει
ο παλμός του ρολογιού κι απόψε ;
Έτσι κι εγώ παίρνω μουτζουρωμένα χαρτιά
και πλάθω τον εαυτό μου .
Εκείνος με κοιτά και δε δειλιάζει .
Μονάχα ταξιδεύει στους καιρούς
και κόντρα στους καιρούς .
Εκείνος μονάχα νιώθει και ζει .
Ξέρεις για κείνες τις νύχτες μιλάω
που μέσα στα σκοτάδια γεννιέμαι .
Κι ύστερα κάθε αυγή πεθαίνω χαρούμενος .
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|