| Ο Χρόνος κατεβαίνει από την σκάλα
Με βήμα ρυθμικό, κι εγώ
στέκουμαι χρόνια τώρα ακίνητη, αμίλητη
Μικρές γουλιές να καταπίνω τον αέρα, πατέρα
δεν έχω ανάσα να φωνάξω τ' όνομά σου, φαντάσου
Εγώ που πάντα μίλαγα με πνεύμα καθαρό, θαρρώ
έχω γεράσει να φοβάμαι το πλατύσκαλο, δύσκολο
απάνθρωπο και μάταιο να στέκουμαι σ' αυτό.
Ο Χρόνος κατεβαίνει από την σκάλα
Με βήμα ρυθμικό, μικρό
το κάθε ζάλο του δω χάμω που τον φέρνει, τι μένει
Τι να του δώσω που ν' αξίζει να το πω, φτωχό
κιτάπι μ' άγριες μολυβιές κι άδειες σελίδες, με είδες
έχω αρρωστήσει να κοιτάζω το πλατύσκαλο, το τόσο δύσκολο
απάνθρωπο και μάταιο να στέκουμαι σ' αυτό.
Ο Χρόνος κατεβαίνει από την σκάλα
Με βήμα ρυθμικό, πικρό
να νοιώθεις πως μπορείς να κλέψεις την ημέρα, μητέρα
Μόνο που σκέφτομαι το όνομα λυγώ, εγώ
χαϊδεμένο της ζωής παιδί ήμουν για κάτι, εις μάτην
έχω παγώσει να 'μαι όρθια στο πλατύσκαλο, θεε μου, δύσκολο
απάνθρωπο και μάταιο που μ' έβαλες σ' αυτό.
Ο Χρόνος κατεβαίνει από την σκάλα
Με βήμα ρυθμικό. Λοιπόν.
Κλείστε μου με κερί τ' αυτιά να μην τ' ακούνε, αρνούμαι
Κάποιος θα υπάρχει να μου δώσει έναν φακό, να βρω
την πιο στενάχωρη αυλίτσα που υπάρχει, μου φτάνει
μόνο να φύγω από τούτο το πλατύσκαλο, αφού είναι δύσκολο
απάνθρωπο και μάταιο να περιμένω εδώ.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|