| επεισ 9
Οι δυό άντρες συνέχισαν την διαδρομή τους για πολλές ώρες σ ένα μονοπάτι με ποικιλόχρωμα μπαλώματα, μέχρι που δυό δυνατές λάμψεις τους υποχρέωσαν να σταματήσουν .Ένα καυτό κύμα αέρα καψάλισε τα πρόσωπα τους και η μυρωδιά καμένης σάρκας τους έφερε αναγούλες και ασφυξία στα ρουθούνια τους."Μη σκιάζεσαι αναζητητή,διασχίζουμε την ατομική εποχή",ψέλλισε ο γέροντας φανερά συγκινημένος .
Οι τοίχοι είχανε ζαρώσει , καθώς μοναδικές παραστάσεις φρίκης και βογγητά από χιλιάδες αθώες ψυχές τους στοίχειωναν . "Πλήρωσαν κι εκείνοι την έρευνα και την αναζήτηση της γνώσης κάποιων που δεν είχανε φραγμούς και συναισθήματα" συνέχισε ο τυφλός, χτυπώντας με μανία με το μπαστούνι του τους τοίχους,λές και προσπαθούσε να τους εξορκίσει και να τους αποδιώξει ακόμα κι απ τις μνήμες.
"Πόσο πόνο μπορούν να προκαλέσουν οι λίγοι όταν κακοδιαχειρίζονται τα θεία δώρα της φύσης σε βάρος των πολλών" μονολόγησε ο αναζητητής μη συγκρατώντας τα δάκρυα του,καθώς άφηναν ξοπίσω τους ¨αποφλοιωμένους¨ εκείνης της εποχής.
Ο γέροντας συμφώνησε κουνώντας άκεφα το κεφάλι του και τον συμβούλεψε να επιταχύνει το βήμα του,καθώς είχανε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά τους.
Κάποια στιγμή το μονοπάτι έσβησε αχνά κάτω απ τα πόδια τους και οι τοίχοι αριστερά και δεξιά τους μίκρυναν τόσο, που τελικά έγιναν ένα μ αυτό και στη συνέχεια εξαφανίστηκαν μαζί του.
"Μην ανησυχείς φίλε μου,βαδίζουμε στο σωστό δρόμο",συνέχισε ο γέροντας,υπενθυμίζοντας στον προστατευόμενο του να μη σταματήσει ούτε στιγμή να τον ακουμπά στους ώμους.
Και πάλι εκείνες οι μορφές μπροστά τους, που χωρισμένες σε αγέλες αναζητούσαν το χρυσό μονοπάτι και πολλές φορές ερχόντουσαν ακόμα και σε σύγκρουση μεταξύ τους.
"Είναι θεόμουρλοι,δεν ξέρουνε τι αναζητούν και τι επιδιώκουνε ,μη τους δίνεις σημασία,μόνο για την υστεροφημία τους νοιάζονται",είπε ο γέροντας αποστρέφοντας με αηδία το προσωπο του .
Πέρασαν ώρες ατέλειωτες σ εκείνη την διαδρομή που δεν φαινόταν να έχει κατάληξη,ενώ ο ήλιος δεν τους άφηνε ούτε στιγμή μονάχους.
Μια απέραντη αμμουδερή θάλασσα απλώνονταν πλέον μπροστά τους χωρίς αρχή και τέλος.Ουτε μονοπάτια,ούτε και τοίχοι πουθενά που να σε προδιέθεταν για κάτι το ελπιδοφόρο.
Ο αναζητητής κάποια στιγμή έχασε την εμπιστοσύνη του στο ένστικτο του τυφλού καθώς άρχισαν αργά-αργά να βυθίζονται σε κινούμενη άμμο.
"Θα χαθούμε γέροντα,βυθιζόμαστε!",φώναξε απελπισμένα αποσπώντας τα χέρια του απ τους ώμους του οδηγού του, στην προσπάθεια του να πιαστεί από κάπου.
"Μην αφήνεις τα χέρια σου από πάνω μου ούτε στιγμή άμυαλε,είμαστε στο σωστό δρόμο",του φώναξε εκείνος καθώς η άμμος είχε φθάσει μέχρι τα ρουθούνια τους.
συνεχίζεται
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|