| Η σιδερένια πόρτα
Ξεκλειδώνει
Ήρθαν
Να τον πάρουν
Φοράει
Το σταχτένιο του σακάκι
Και σέρνει βαριά
Τα βήματά του.
Η ψυχή του
Τούτη την ώρα
Ματώνει
Σαν κόκκινο πέταλο
Του δειλινού.
Ξέρει ότι
Δεν θα ξαναδεί
Τον ήλιο
Ν’ ανατέλλει
Στο γλαυκό
Ουρανό
Τη θάλασσα
Στρωτή
Ν’ απλώνεται
Μπροστά του
Τον άνεμο
Σκυφτό
Να μουρμουρίζει
Τη βροχή
Στις στέγες
Να παίζει
Το βιολί της.
Ξέρει ότι
Δεν θα ξαναδεί
Τα πουλιά
Να σκίζουν
Τον ορίζοντα
Τα βουνά
Πλατιά
Να χαμογελάνε
Την αυγή
Τα δέντρα
Να γνέφουν
Με τα κλαδιά τους.
Ξέρει ότι
Δεν θα ξαναδεί
Τ’ αστέρια
Να φέγγουν
Τη νύχτα
Σαν κρεμαστά
Καντήλια
Τη σελήνη
Σαν στρογγυλή
Μποτίλια
Στάλα-στάλα
Να γεμίζει.
Ξέρει ότι
Δεν θα ξαναδεί
Την αράχνη
Στην εγκαταλελειμμένη
Γωνιά
Του κελιού του
Να πλέκει
Τον ιστό της.
Ξέρει ότι
Από εδώ και πέρα
Μόνο πηχτά σκοτάδια
Θα βλέπει.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|