| πίσω απ’ τα μάτια μου στοές ανοίγουνε οι λατόμοι
και κάτω ,νιώθω, απ’ τη θνητή που μου ‘λαχεν αιγίδα
το αίμα της νιότης να κυλάει ασίγαστο ακόμη
και τούτο είναι η πιο φριχτή, θανατερή παγίδα:
να χω ψυχή πεισματικά που αρνείται να γεράσει
μέσ’ σε κορμί χωμάτινο που όσο πάει παλιώνει
που η έπαρση την οδηγεί να θέλει ήλιο να πιάσει
αδιαφορώντας κέρινο που έχει φτερό και λιώνει
να ‘χουν όλα μου τα όνειρα την ίδια ηλικία
στον ίδιο χρόνο πάντοτε στον ίδιο πάντα τόπο
λες και δεν έφυγα ποτέ από την εφηβεία
κι ας είναι η όψη απ’ τον καιρό οξειδωμένη τόσο
σε δεκαπέντε συλλαβές και σ’ ένα μόνο στίχο
πόσα μπορείς να πεις ψυχή, αν σε καθοδηγήσω
για όλα τα φύλλα που έπεσαν με δίχως κρότο κι ήχο
για τα θαλασσινά πουλιά που ήθελα ν’ ακλουθήσω
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|