| Εσύ που υφαίνεις δειλινά βλέπεις κι εμένα
σε μια θύμηση παλιά ήμουν εκεί
μόνο για απόψε τα νερά τα ταραγμένα
με γαληνεύουν να υποτάξω την οργή.
Το ίδιο όνειρο θα δω απ’ την αρχή
θα αγναντέψω ουρανούς σ’ ένα ζαφείρι
διάφανο κύμα που κοιμάται στην ακτή
σ’ έναν ορίζοντα ζητώ θεάς χατίρι.
Δες με βουτώ μέσα στης σκέψης το πηγάδι
κι ύστερα βγαίνω με εφιάλτη σ’ άλλη γη
ποια να σαι άραγε που νιώθεις δίχως χάδι
σβήνει και διώχνεται και χάνεται η οργή.
Απόψε ορμήνεψα τον πόνο μου ξανά
στης ιστορίας τα μισά μη με παιδεύεις
να ξεμακραίνεις απ’ της λίμνης τα ρηχά
λυμένη η βάρκα στις νυχτιές μου ταξιδεύεις.
Από μακριά τα όσα θέλησες να πεις
με υπομονή γράφω και σβήνω τα γραμμένα
να βρουν οι πρώτες μου στιγμές την ίδια αρχή
να αλλάξουν ρόλοι τα πικρά και τα θλιμμένα.
Εσύ που μου πες μυστικά τώρα σωπαίνεις
δύο γυναίκες με ρωτούν ποια να σαι εσύ
είδες το χάρτη μίας χώρας διαιρεμένης
τη διδαχή σκληρού βοριά ακούς μισή.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|