| στης Πύλου τις ακρογιαλιές
αντιλαλούν διπλοπενιές
δώδεκα ολογάλαζες κερδίσανε σημαίες
και στήσαν εκατοβοδιά τρανή στον Ποσειδώνα
Εκεί δάφνες και βάγια, θυμιατό και λιβάνισμα
τα σουβλάκια ευλογώντας και τα μοσχομυριστά λουκάνικα
Στο χώμα το στρωμένο με τ' αμπελομάντιλα,
κνίσες, τσουγκρίσματα και Χριστός Ανέστη
με τα πρώτα σμπάρα των Ελλήνων ξενοδόχων,
που θα 'λεγε κι ο ποιητής
Το πλοίο όταν άραξε στη μαλακή την άμμο
Τηλέμαχος και Μέντορας προβλήματα δεν είχαν
το 4 x 4 δεν έπαιρνε χαμπάρι
τους έβγαλε στο ξέφωτο δίπλα από το κάμπινγκ
το τι χαμός γινότανε ,τρενάκι,μπαλαρίνα
πάγκοι με φτηνά σιντί,πολύχρωμα λαμπιόνια
σφαχτά,μπυρόνια,είχανε μέχρι χαλβά Φαρσάλων
και ,κρατηθείτε,στη σκηνή τον Κώστα Καραφώτη
ρωτήσανε,εμάθανε,σιμώνουν στο τραπέζι
-το γιό του Νηλέα ψάχνουμε,τον αλογοδαμάστη
-εγώ ειμ'αυτός ,που τότε προπολεμικά
είχα με τα αλόγατα μεγάλο πάρε-δώσε
μα ο Ερμής βοήθησε ,μεγάλο τ'όνομα του,
και έτσι τα κατάφερα λιγάκι να προκόψω
είκοσι τριαξονικά στην κατοχή μου τώρα
"μεταφοραί ο Νέστορας" αν έχετε ακούσει
κοπιάστε,πιείτε, φάγετε,χωρίς ντροπή ρε μόρτες
κερνάω και συγκρουόμενα να κάνετε δυο βόλτες
Καθίσαν ήπιαν φάγανε μα αχάριστοι δεν ήταν
σαν κάτι ψηλομύτηδες ψευτοπρωτευουσιάνους
που λένε "τι γλυκό κρασί" και "τι ωραία φέτα"
όταν βρεθούνε σε χωριό και στρογγυλοκαθίσουν
μα αν ξανασυναντηθούν στην πόλη κάποια μέρα
στρέφουν την πλάτη σιωπηλοί στους "άξεστους τους βλάχους"
-Υγεία να 'χεις Νέστορα ,να χαίρεσαι τους γιούς σου
τις κόρες,τη γυναίκα σου και όλα σου τα εγγόνια
του Οδυσσέα είμαι ο γιός, που δεν εφάνη
όταν οι αποδέλοιποι απ'το μέτωπο γυρίσαν
κι αν ειν΄νεκρός ή ζωντανός θέλω από εσέ να μάθω
τα φρύδια τότε έσμιξε ο Νέστορας με πόνο
και άρχισε κομπιάζοντας ,αργά να απαγγέλει
-Σκουριάζουν τα σίδερα και τιμωρώ τον αιώνα τους,
Εγώ που δοκίμασα τις μυριάδες αιχμές
κι απο γιούλια και νάρκισσους το καινούργιο
μαχαίρι ετοιμάζω, που αρμόζει στους Ήρωες
λοιπόν,
όταν η Τροία έπεσε μετά από τόσους κόπους
κι έπρεπε το διαγούμισμα κι η μοιρασιά να γίνει
έπεσαν όλοι ,άφρονες,επάνω σαν ακρίδες
και η διχόνοια χώρισε στα δύο τους Ατρείδες
ο ένας,ο Μενέλαος,ήθελε Βασιλέα
ο άλλος,ο Αγαμέμνονας ,Αλέκα Παπαρήγα
ο Οδυσσέας,πιο σοφός,εστάθη ανάμεσά τους
-φιλιώστε ορέ ,και θα'χουμε τραβήγματα μεγάλα
Εγώ ,με το Μενέλαο,και κάμποσους ακόμα
κινήσαμε να φύγουμε ,μαζί κι Οδυσσέας
μα δεν του καλοάρεσε να αφήσει την ασπίδα
και είπε γυρνάει στο βουνό ,στο πλάι του Αγαμέμνου
και από τότε χάθηκε απ'τα δικά μου μάτια
αν θέλετε να ακούσετε των άλλων δυό την τύχη,
ο ένας απ'τον Αίγισθο πήγε,το Στρατοδίκη
κι ο άλλος, που τον έβγαλε η φουρτούνα στην Αυστράλια
μ'εργολαβίες μπλέχτηκε κι ήρθε κονομημένος
τώρα στη Σπάρτη που θα πας θα δεις και θα θαυμάσεις
τα πλούτη και τ'αμέτρητα δικά του μεγαλεία
και την Ελένη δίπλα του να στέκει την πανώρια
ξέρω με τα πολιτικά σας έχω πια ζαλίσει
κι η τηλοψία είναι σαφές πως θα κατρακυλίσει
(θα ακολουθήσει σκηνή σεξ )
ο Μέντης τον Τηλέμαχο τον παίρνει στην ακρίτσα
λέει,χρειάζομαι το τζιπ να πάω σε μια δουλίτσα
ο Φοίβος μου παρήγγειλε στων Καλαμών το πόρτο
να πεταχτώ άμα μπορώ να πάρω λίγο χόρτο
γιατί ξεμείναν στους Δελφούς εδώ και μια βδομάδα
κι οι ταξιδιώτες στέκονται άπρακτοι στην αράδα
οι μαντικές δεν πιάνουνε μόνο με σκέτη δάφνη
και η Πυθία δεν μπορεί λίγο αν δεν τη "φτιάχνει"
-πάρτο ,και γω με ωτοστόπ θα πάω για τη Σπάρτη..
πετάγεται ο Πεισίστρατος,του Νέστορα το σπλάχνο
-αύριο δρομολόγιο έχω για Λακωνία
που να τραβιέσαι μ'ωτοστόπ ή με συγκοινωνία
με τη νταλίκα ,το πρωί,να χω και γω παρέα
Scania turbo injection ,με ηλεκτρική κεραία
Κόρη ,φωνάζει ο Νέστορας ,έρχεται η Πολυκάστη
-του νέου ένα ζεστό λουτρό τρέξε να ετοιμάσεις
και να μην καίει το νερό,πρώτα να δοκιμάσεις
σε διορίζω υπεύθυνη μη μ'απογοητεύσεις
φιλόξενους να μας θεωρούν στον ξένων τις ελεύσεις
η Πολυκάστη ήξερε ,ιερός ήταν ο ξένος
να φύγει δεν θα έπρεπε απογοητευμένος
Αφού τον φρεσκοέλουσε,του'κοψε τα νυχάκια,
τον πέρασε με Ελαίς,του τράβηξε τα πάκια,
κι όταν με χάδια άρχισε καλά να τον μυρώνει
τα χείλη της του πρόσφερε απ'την κρουστή μηριόνη
που νέκταρ καθώς έσταζαν απ'του Ίμερου την κάβα
του εξήγησαν το όνειρο και τι σημαίνει Java
ωχ,βάι βάι μανούλα μου ,έλεγε αυτός μονάχα,
είπε η τηλεόραση πως δυνατά ήταν τάχα
όταν ξυπνήσαν το πρωί και έπαιρναν το μπρέκφαστ
λίγο πριν ο Πεισίστρατος τον τράκτορα κοτσάρει
-ʼντε καλό ταξίδι μας κι αέρα στα πανιά μας
ούτε ραντάρ στην εθνική να μη βρεθεί μπροστά μας
έτρωγαν τα χιλιόμετρα το ένα πίσω απ'τ'άλλο
μα δεν καλοχορτάσανε οι δυό μας οι λεβέντες
και σταματήσαν για πατσά στο χάνι του Διοκλέα
πριν για τη Λακεδαίμονα να ξεκινήσουν πάλι
τέλος γ΄ ραψωδίας
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|