Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
132760 Τραγούδια, 271256 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 όμορφος δρόμος
 αφού το ξέρεις πως μου λείπεις τι κανιβαλίζεις?
 
Το δειλινό στεφανωμένη καταπώς λεν οι ποιητάδες
Η μεγαλούπολη ανασταίνει κάτι παράξενους φυγάδες
Που λησμονήσανε να τρέχουν χωρίς στα πόδια αλυσίδες
Που λυτρωμό δεν απαντέχουν και δε φοβούνται τις παγίδες
Τη μέρα στ’ άδειο τους θαλάμι το ρυθμικό σφυγμό του τρένου
Καθώς συνθλίβεται στο τζάμι μετρούν Μα η νύχτα προκειμένου
Να σφεντονίσει τη χαρά τους πάνω απ’ της θύμησης το βύθος
Τ’ άσπρα βουτάει όνειρά τους μες στο πολύχρωμο το πλήθος:

Μπροστά στα βιβλιοπωλεία καθυστερούν οι δικηγόροι
Κι οι μπάτσοι πάνε συνοδεία τους μετανάστες με το ζόρι
Η άνοιξη ζητάει παιχνίδια κι οι αναρχικοί το δάσκαλό τους
Σκύλοι σκαλίζουν τα σκουπίδια για το χαμένο κόκαλό τους
Απ’ τις σκεπές στο παραπέτο ένα βουβό πηδά σπουργίτι
Βγάζουν δυο μπάχαλα στιλέτο να χαρακώσουν χρυσαυγίτη
Οι πολυθόρυβες παρέες των μαθητών χασκογελάνε
Αργά βαδίζουν οι ωραίες μαύροι ξυλόγλυπτα πουλάνε
πακιστανοί γλυκά μαντζούνια ινδοί μαντίλια και στικάκια
έλληνες σκόνες και σαπούνια στυλό και σπίρτα τ’ αλητάκια
Μα πριν γυρέψεις αναπτήρα κάνε ψιλά για να τους δώσεις
Εράσμους φοιτητές για μπύρα σου λένε έλα να ξεδώσεις
Κι απ’ το διαβάτη που χαζεύει ξαφρίζουνε το πορτοφόλι
Το βενζινάδικο ληστεύει ένας μικρός με το πιστόλι
Ωχροί με πρόσωπα βαμμένα κατηφορίζουν οι γκοθάδες
Τα πάνκια τσαμπουκαλεμένα γιουχάρουν τους ροκαμπιλάδες
Ανακλαδίζοντ’ οι γειτόνοι καθώς δροσίζουν τ’ αχαμνά τους
Καρέκλες βγάζουν στο μπαλκόνι να τελαλίσουν τα δεινά τους
Τα ματ εν πλήρει εξαρτύσει επιβουλεύονται την τάξη
Γοργά κοιτά να κουκουβίσει μια γάτα κάτω από τ’ αμάξι
Οι μαγαζάτορες φοβούνται και κατεβάζουν τα ρολά τους
Και τα ζευγάρια π’ αγαπιούνται στην τσέπη κρύβουν τα φιλιά τους
Βαριεστημένοι ασφαλίτες τους άστεγους κατασκοπεύουν
Ψευτοζητιάνοι αγιογδύτες τα δεκανίκια τους μαζεύουν
Κι οι μουσικοί τ’ ακορντεόν τους Το τάβλι κλείνουνε οι γέροι
Τα καροτσάκια των μωρών τους σπρώχνουν οι μάνες με το χέρι
Στο μισοσκόταδο τα ψώνια κάνουν τη Γκέμμα πως διαβάζουν
Και πολυάσχολα γκαρσόνια κάτω από δίσκους καμπουριάζουν
Η θείτσα που παραμιλάει παλιές αγάπες συλλογιέται
Ένας μπεκρής παραπατάει και τη μποτίλια καταριέται
Στην άκρη σκούζουν τα πρεζάκια πατούν οι οδηγοί τις κόρνες
Στου πάρκου γέρνουν τα παγκάκια ομοφυλόφιλοι και πόρνες

Χωρίς πατρίδα δίχως στόχο οι αιχμάλωτοι της σαστιμάρας
Στης ζήσης πλέκουνε το βρόχο μονάχα πόθους της πεντάρας
Ξέρουν στο γύρισμα του δρόμου η κεντρομόλος θα τους λιώσει
Πριν το καπρίτσιο τ’ αστυνόμου από το πέτο τους γραπώσει
Στεφανωμένος το φεγγάρι καθώς το λεν οι ποιητάδες
Ο γερο-κόσμος παλαντζάρει σε δυο στριμώχνεται αράδες
Πίνει μα πώς να μαστουρώσει που τι θα πει δεν ξέρει κλάμα
Πεθαίνει για να ξανανιώσει παράλογος σαν κάθε θάμα



 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 13
      Στα αγαπημένα: 2
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αταξινόμητα
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

Δε Μασάω Ντήαρ!
 
Γιάννης Ρασταφάρης
29-06-2010 @ 05:54
χλωρωτικό

Άλλο δεν του πρέπει χρώμα παρεκτός λευκό φουστάνι
το κατάλευκό της σώμα που το χώμα θα λιπάνει
που απλώνεται στης κάσας το στενόμακρο νυμφώνα
σαν το χνούδι μιας ανάσας στον αέρα του χειμώνα
άσπρα στόλισε λουλούδια του νερού ζουμπούλια κόψε
να μυρίζονται τα ζούδια που στο στόμα της απόψε
θα γλιστρούν χοροπηδώντας τη ζωή θα επωάζουν
τα κουκούλια τους φορώντας στις προνύμφες που λευκάζουν
Δε θα ηχήσει η καμπάνα δε θαρθεί κερί ν’ ανάψει
ούτε φίλος ούτε μάνα από σπαραγμό θα κλάψει
μα μονάχοι σα θα βγείτε κι αγκαλιά σου θάχει γείρει
τον πλακόστρωτο να βρείτε δρόμο για το κοιμητήρι
άκου κόκαλα να τρίζουν κάτω απ’ των σταυρών το πλήθος
δες τις φλόγες που τρεμίζουν στα καντήλια ως συνήθως
όπως τύψεις φωσφορίζουν πριν της νύχτας η γαλήνη
τους ψιθύρους που συρίζουν με μια τρίλια π’ αργοσβήνει
θα βουβάνει Κι αψηφώντας τους ανέμους και το κρύο
στα δυο χέρια σου βαστώντας το πολύτιμο φορτίο
η απόγνωση πριν φέρει αποθάρρυνση περίσσια
σα φανεί το πρώτο αστέρι πάν’ από τα κυπαρίσσια
στου χιονόλευκου πελάγους το μαρμάρινο κλινάρι
στην ομίχλη και τους πάγους του ζηλόφθονου Γενάρη
δίχως θρήνους και παπάδες μαλακά απίθωσέ τη
κι όσες πέφτουνε νιφάδες με φροντίδα σκέπασέ τη
Απαλά να μοιάσει χάδι κείνο που την περιμένει
από το βαθύ σκοτάδι τραγουδούν οι πεθαμένοι
σαν η άνοιξη ξυπνήσει και νερό γενεί το χιόνι
άνθη πένθιμα θα ντύσει το κορμί που σιγολιώνει

O Axristos
29-06-2010 @ 06:04
Τέλειο!!
::rock.:: ::rock.:: ::rock.::
Denis
29-06-2010 @ 06:04
Θεϊκό! ::theos.::
Γιάννης Ρασταφάρης
29-06-2010 @ 06:12
γκρέτχεν
χαράκωμά μου
της καρδιάς μου σάλπιγγα
κανόνι μου
στρατιωτικό μου τύμπανο
τουφέκι μου

από το Μπάρρυ Λύντον
sofiagera
29-06-2010 @ 06:24
Ο γερο-κόσμος παλαντζάρει σε δυο στριμώχνεται αράδες
Πίνει μα πώς να μαστουρώσει που τι θα πει δεν ξέρει κλάμα
Πεθαίνει για να ξανανιώσει παράλογος σαν κάθε θάμα
::theos.:: ::angel.:: ::theos.:

"Ω! τι κόσμος μπαμπά!!!!!!!!!!¨¨
Ναταλία...
29-06-2010 @ 06:41
Κι απ’ το διαβάτη που χαζεύει ξαφρίζουνε το πορτοφόλι
Το βενζινάδικο ληστεύει ένας μικρός με το πιστόλι

Ζούγκλα έγινε η ζωή ::yes.:: ::theos.:: ::up.::
αντικλείδι
29-06-2010 @ 07:45
::theos.:: ::theos.:: ::theos.::
Celestia
29-06-2010 @ 07:57
::yes.:: ::theos.:: ::yes.::
justawoman
29-06-2010 @ 11:16
Με καθήλωσες!!!
Hercules V
29-06-2010 @ 13:04
Πανέμορφος χείμαρρος!
ΤΕΛΛΟΣ
29-06-2010 @ 14:41
εξαιρετικές εικόνες
Γιάννης Ρασταφάρης
30-06-2010 @ 07:05
ευ-χα-ρι-στω----
ΛΑΧΕΣΙΣ
05-07-2010 @ 17:22
στου χιονόλευκου πελάγους το μαρμάρινο κλινάρι
στην ομίχλη και τους πάγους του ζηλόφθονου Γενάρη
δίχως θρήνους και παπάδες μαλακά απίθωσέ τη
κι όσες πέφτουνε νιφάδες με φροντίδα σκέπασέ τη
...απίθανο!

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο