| Από κείνες τις μέρες που ‘λεγες
ότι θα βρέξει.
Χειμώνας καιρός. Σάββατο.
Στη στάση του 4.
Άναψες τσιγάρο.
Τράβηξες δυο τρεις πέντε.
Χτυπούσες το πόδι στο τσιμέντο.
-Nα δεις που θα βγάλει ήλιο τελικά …
έτσι κάνει πάντα…
-Nαι, έτσι κάνει… , είπες
χωρίς να κοιτάξεις
και τράβηξες άλλη μία
βαθιά.
Σε λίγο άρχισα το κάπνισμα.
Εκείνη τη μέρα.
Το 4 δεν ήρθε.
Κι έβρεχε κι έβρεχε κι έβρεχε
πολύ.
Το τσιμέντο βρεγμένο.
Το μέσα στεγνό.
Κι εσύ;
Εσύ πού ήσουν;
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|