| Οδυσσέως άφιξις εις Φαιάκας.
Η Αθηνά ως συνήθιζε άλλαξε πάλι όψη
και πήγε λίγο κίνηση στους Φαίακες να κόψει
στης Ναυσικάς το όνειρο ακάλεστη μπουκάρει
που βλέπει για χιλιοστή φορά πως νυφικό προβάρει
δαντελωτό εξώπλατο από τους Νίκος-Τάκης
και στο πλευρό της ως γαμπρός να στέκεται ο Sakis
-άσε το σεντονάκι σου , του υμέναιου τη ζάλη,
σελέμπριτι πολύ γνωστή μας τίμησε και πάλι
άρπαξε το τηλεκοντρόλ και έβαλε ειδήσεις
στο Σταρ βροντάει ο Όλυμπος ,
στο ʼλτερ αστράφτει η Γκιώνα,
στην πλαζ είπαν λουόμενοι πως είδαν τη Μαντόνα
πίσω απ'τα μαύρα της γυαλιά ,το λεοπάρ μαγιώ της
για τα δελτία απίστευτη η αποκλειστικότης!
τρέχουν να εντοπίσουνε τη διάσημη κορμάρα
στης παραλίας ανάμεσα τη σάρα και τη μάρα
-Μήπως την είδατε εσείς?
-Ποιά ? την ξανθιά την ξένη?
νάτη στον ήλιο κάθεται κι ολημερίς το ξαίνει
εκεί κάτω απ'την κόκκινη των δέκα ευρώ ομπρέλα
μαζί με μία σοκολά αφρικανή γαζέλα
-Λοιπόν ,κυρίες και κύριοι,από πληροφορίες
πράγματι την είδανε ,εδώ ειν'η κοπέλα
μάλιστα της την έπεσε κάποια παλιοβαζέλα
κι'αυτή, η απόλυτη η σταρ των σταρ των απολύτων,
του είπε "κάτσε αγόρι μου"
κινούμενη υπό σκοπών νομίζω ευνοήτων,
μα,ας προσεγγίσουμε τ'άδυτα των αδύτων..
-Σιγά παιδιά την κάμερα..
-του κ... σας τα εννιάμερα ,δημοσιογραφάκια..
-Ρε μάγκα άντε σκά,
τη δουλειά μας κά ,κάνε λίγο πίσω
-τι είπες ρε μαλά,
μίλα πιό καλά,μη σε πελεκήσω
απ'τη βαβούρα που έγινε ,σηκώθηκε και κύμα,
πάει το πουλάκι πέταξε , ήτανε τόσο κρίμα..
-εδώ μπροστά μας ήτανε,γαμώ τη γκαντεμιά μου
κι απ'τη χαρά κατούρησα η δόλια τα βρακιά μου
μα ας μας τα πει καλύτερα κάποιος αυτόπτης μάρτυς
-εδώ ήταν ,τ'ορκίζομαι,λέει η κυρία Κούλα,
την Παπαρίζου να μη δω να ντύνεται νυφούλα
-εδώ ,εδώ ,την είδαμε ,ήτανε like a virgin
απλή και καταδεκτική,όχι σαν τις δικές μας
-εδώ κυρίες και κύριοι ήταν ,διασταυρωμένο,
αντίο τώρα, κι αύριο εδώ σας περιμένω
όλο και κάποιος σουπερστάρ πάλι θα σκάσει μύτη
να νιώσουμε πως είμαστε το κέντρο του πλανήτη
Η Ναυσικά την είδηση τρέχει ν'αναπαράξει,
ψάχνουνε με τις κολλητές να βρούνε που'χει αράξει
το ιδιωτικό το γιωτ που 'φερε τους σπουδαίους,
να πάρουνε αυτόγραφα ,δείγματα σοκ και δέους,
να σκάσουν οι γειτόνισες κι οι κόρες τους τα ψώνια
Ψάξαν σε όρμους φυσικούς ,σ'άγνωστα αραξοβόλια,
μαζέψαν λίγους αχινούς στην κεντητή τους μπόλια
να βάλουνε στου δάσκαλου την έδρα πριν καθήσει,
όσο για τη θαλαμηγό ,μάλλον είχε λακήσει
Ξάφνου,μια κόρη λυγερή, φωνή μεγάλη βάζει
-ʼντρας ,όπως τον έφτιαξε ο πάνσοφος ο πλάστης!
-χμ,λες Κούρδος ή Πακιστανός να'ν'λαθρομετανάστης?
(για βάρβαρο τον πέρασε το χαζογκομενάκι,
μα αυτοί δεν έχουν Όμηρο και προπαντός Ιθάκη)
-σκάσε μωρή αγράμματη ,σου έστριψε η βίδα?
κοίτα μια μεσογειακή που έχει καραβίδα..
Κι ευθύς τα χέρια άπλωσαν να δούνε αν δαγκώνει
η καραβίς που ζάρωνε,χλωμή σαν το λεμόνι
-παππούς θα είναι σίγουρα,μοιάζει σχεδόν σαράντα,
αυτού για να του σηκωθεί χρειάζεται ιμάντα
Η μυαλωμένη η Ναυσικά,τον είχε συμπονέσει
-τ'αλάτι τον σταφίδιασε,τον πνίξανε τα φύκια
κι εσάς ο νους σας μοναχά είναι στα φίκι-φίκια..
ανάσα παίρνει,την κρατά, με το ένα δύο τρία
φιλί προσφέρει της ζωής στα χείλη τα ανδρεία,
αυτού του καλοάρεσε," αχ Καλυψώ μου, ρίχτα,
έτσι είχα να αισθανθώ απ'την πρώτη μας τη νύχτα"
οι δαγκάνες αργοσάλεψαν σ'ένα τανγκό νοτούρνο
-μμμμμμμ ,αυγωμένη φαίνεται ,έτοιμη για το φούρνο..
Ξυπνάει,μέρος άγνωστο και γύρω εφτά πιπίνια
θυμάται το διαμέρισμα,της Καλυψώς τη γκρίνια
το διαζύγιο,τον Ερμή ,το Νίκο Καββαδία
τον Ποσειδώνα που 'ριξε στα βράχια τη σχεδία
-ω μοι εγώ ,τέων αύτε βροτών ες γαίαν ικάνω;
- lol,δε σας τα'λεγα εγώ; Αραβικά μιλάει!
-Καλέ,ποιός είσαστε εσείς,πως φτάσατε εδώ πέρα?
-εδώ τι είναι ,Μύκονος?μην είναι η Καλντέρα?
-που τέτοια τύχη κύριε και τύπε μου μυστήριε,
εμάς μας λένε Φαίακες,τα θηλυκά Φαιακίδες
καλά που δε σε βρήκανε τουρίστριες Αγγλίδες
το δόλιο το αστακοειδές θα στο'τρωγαν γιουβέτσι,
κι εμείς είμαστε αγάμητες,αλλά δεν κάνουμ'έτσι
-σωπάστε ομορφοπλέξουδες,πιπέρι μες στο στόμα,
μικρά κορίτσια να μιλούν όπως οι αμαξάδες
-μικρό είναι το μάτι σου ,για βάλε τα γυαλιά σου
κοίτα τον τζιτζιφρίγκο σου ,μπρος ,ρούφα την κοιλιά σου
Αυτός πολύ εντράπηκε,φύλλο συκής γυρεύει,
τ'ανήλικα τη σήμερον κανείς δεν τα παλεύει
-Κρύψου εκεί στο αλσύλιο,πάμε να βρούμε ρούχα,
να έρθουμε περίμενε σαν πέσει το σκοτάδι
όπως του είπαν έκανε και καρτερεί το βράδι
τέλος ζ΄ ραψωδίας
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|