| Στα στρογγυλά τραπέζια του πίναμε καφέ.
Σαν να ξεχαστήκαμε σε φάρο αμμονησίδος.
Βαλτώσαμε.
Περήφανα κοιτάζαμε τα φώτα.
Κάτω από ομπρέλα δίπλα στου βασιλικού τις μυρωδάτες ιαχές.
Κηροπήγια και ρεσό.
Καρέκλες σκηνοθέτη να συμπληρώνουν το ραχάτι μας.
Χαρούμενες οπτασίες διάβαιναν εμπρός μας.
Αντανακλάσεις που μας χαιρετούσαν ή μας κρατούσαν στη σκιά της αδιαφορίας.
Κι εμείς συνεχίζαμε να τσουγκράμε τα ποτήρια.
Γιορτή σε λάγνα νύχτα.
Κάθε πρωί λιοστάσι.
Κτήμα τους μας έκαναν οι καθρέφτες του
κι ο ανεμιστήρας του μας πρόσφερε αγαλίαση.
Το παλιό αποστακτήρι κρεμασμένο στον τοίχο,
ανάμνηση φίλου που χάθηκε στα στενά της λάθος στροφής.
Δέρμα και ξύλο, αγαπημένη μουσική σε κλειδιά περίεργα κουρδισμένη,
ξεφαντώνει στους ρυθμούς της ανεξέλεγχτης αντίδρασης μας.
Πάλι βραδιάζει κι έρχεται ο πρωτοστάτης.
-"Γειά σου αφεντικό",να λέμε.
-"Οχι αφεντικό,εγώ ειμ' ο Κανένας", ν' απαντά.
Κι όταν η ζάλη και η ανάγκη μας παρακινήσει"Καληνύχτα",να πούμε
εκείνος προτρεπτικά αλαζονικός,
-"Σπίτι να πας"μας χαιρετάει.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|