| Δεν ξέρω πια αν έχω κουράγιο να σύρω το κορμί μου ως την άλλη γωνία και να φθάσω μέχρι το σπίτι μου...
Τα πόδια μου, βαστούν με δυσκολία το ελαφρύ κατά τα άλλα κορμί μου, από την κούραση και το άγχος αυτής της δύσκολης μέρας.
Έφθασα επιτέλους στο μικρό μου καταφύγιο, στο εξοχικό μου σπιτάκι πλάι στη θάλασσα, στον ιδανικά φτιαγμένο για μένα παράδεισο, που μέσα του κλείνει τις πιο δυνατές αναμνήσεις μου.
Κάθομαι αναπαυτικά στο ψάθινο καρεκλάκι στην ταβέρνα, απολαμβάνοντας μια παγωμένη μπύρα και τ’ απαλό αεράκι τυλίγει το σώμα μου σαν βελούδινο πανωφόρι, παρασύροντας τις σκέψεις μου σ’ ονείρατα ατίθασα που κλήθηκα κατα καιρούς να τιθασεύσω. Με ταξιδεύει, με ηρεμεί και καταπραΰνει την ψυχή μου.
Χαρούμενοι άνθρωποι, σεργιανούν αμέριμνοι στον παραλιακό δρόμο, οικογένειες, παιδάκια με ποδήλατα. Μαγικοί ήχοι χαϊδεύουν τ’ αφτιά μου. Κοιτάω δίπλα τη θάλασσα και προσπαθώ ν’ απομονώσω το τραγούδι των κυμάτων της μέσα από τη βοή του δρόμου, να μεταφερθώ σε μια άλλη διάσταση παρατηρώντας τα φώτα απέναντι στον Πειραιά. Τα φώτα που θαρρείς πως είναι πανάκριβα στολίδια και έχουν βαλθεί να μεταμορφώσουν τη βραδιά σε μια αρχοντική γυναίκα μιας περασμένης εποχής. Εισπνέω βαθιά κι αχόρταγα τον αέρα, σαν να είναι οι ανάσες μου αυτές, οι τελευταίες της ζωής μου. Απαλλαγμένη από κάθε βάρος ζω τις στιγμές με τον πιο ιδιαίτερο τρόπο.
Ακόμη κι εκείνος να ήταν εδώ, αυτή είναι η ύστατη στιγμή μου. Ακόμη και η απουσία του δεν είναι πια ικανή να καστρέψει την πληρότητα της στιγμής, τη μαγεία της άλλης διάστασης που ταξιδεύει το μυαλό μου κι αναπαύει τη ψυχή μου. Για πρώτη φορά στη ζωή μου μετά από πάρα πολύ καιρό, νιώθω ελεύθερη, ζωντανή κι ας είμαι εντελώς μόνη.
Το ρολοί του Αι Νικόλα χτυπάει δέκα και μισή. Μου θυμίζει πως ήρθε η ώρα να αφήσω το ψάθινο καρεκλάκι της ταβέρνας και να πάρω σιγά– σιγά το δρόμο του γυρισμού, για να αλαφρώσω το κορμί μου από την κούραση και τον μόχθο μιαςδύσκολης Παρασκευής που πάει να τελειώσει οριστικά...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|