|
| Χρόνος και ελευθερία | | | καλημέρα σε όλους τους φίλους... | | Τώρα που έφυγαν τα όμορφα χρόνια,
κατάφερα κι αγόρασα με δάνειο ένα σπιτάκι,
με μπλε ανταύγες δίπλα στη θάλασσα.
Μερικές φορές όταν έρχομαι από μακριά και το κοιτώ,
βλέπω πόσο μόνοι είμαστε εγώ και το σπίτι μου.
Πως μόνο του στέκει εκεί να με περιμένει,
μα ένας ίσκιος ανθρώπου πουθενά.
Κι όλα να φεύγουν τόσο αδιάφορα μα εκείνο εκεί να με περιμένει,
να χορεύει ακίνητο μες στη σιωπή και τις δολοφόνες αλλαγές.
Ένα σπιτάκι δίπλα στη θάλασσα και το καλοκαίρι,
γύρω από το σπιτάκι να φεύγει,
και τα χρώματα να σκουραίνουν, γιατί να σκουραίνουν;
Και το μαχαίρι στην πληγή μου να βουτάει πιο βαθιά.
Κι ο πόνος ασήκωτος, αδιάλλακτος.
Κι όλο αυτό τ’ αρχέγονο αδιέξοδο πως με κρατάει στον πάτο της θάλασσας,
και εγώ να πνίγομαι, αφού το οξυγόνο που το ‘δωσες μετρημένο,
και μέσα μου ένα άδειο άλμπουμ από φωτογραφίες αγαπημένων προσώπων.
Πως ν’ αγαπήσω αφού δεν αγαπήθηκα.
Προσπάθησα τουλάχιστον να κρατήσω τις εικόνες,
μερικών τοπίων που με παρηγορούσαν,
και μου άνοιγαν μονοπάτι σε παγωμένες μεν αλλά αθάνατες στιγμές.
Κι έτσι είχα το χαμένο χρόνο με το μέρος μου.
Μπορούσα να είμαι το παιδί που όλοι κορόιδευαν.
Ή το μελαγχολικό αγόρι που τον αγκάλιαζε η εφηβεία,
και φλεγόταν για ελευθερία.
Που το έσκαγε από το φροντιστήριο,
με τον χοντρό και σιχαμερό χημικό,
τον ψωνισμένο και ψιλομύτη μαθηματικό που απάτουσε τη γερασμένη γυναίκα του,
την κρυφό γκει, που ήταν παντρεμένος με παιδί και δίδασκε έκθεση.
Κι έτρεχε μες στην μικρή πόλη να βρει τον έρωτα του.
Μα ο έρωτας πουθένα, μόνο όνειρα που χάνονταν,
σε μια ακόρεστη από δίψα έρημο.
Ναι θα μπορούσα να γίνω όλα αυτά που ήμουνα.
Θα μπορούσα να γίνω πάλι η προσμονή, η υπομονή.
Μα τώρα πέρασαν τα χρόνια,και θυμάμαι τα καλοκαίρια,
που άφησα άδεια από ζωή κι από χρώμα, άδεια από κορμιά.
Πόσο λυπάμαι, πόσο ντρέπομαι για την κατάντια μου.
Δες με ένα σκυλί δαρμένο και το φεγγάρι ψηλά να υποδέχεται τους καταχτητές.
Κατάλαβα πως ποτέ δεν μπόρεσα ν’ αποκτήσω την ελευθερία,
που τόσο πολύ πόθησα από μικρός.
Ποτέ δεν ήμουν ελεύθερος κι ας ήμουν μακρία,
Από αγκαλιές φυλακές.
Κι ας είχα φτερά να ταξιδεύω,
η ελευθέρια ποτέ δε μου δόθηκε.
Κι ίσως ένας λόγος είναι που ήμουν σκλάβος του χρόνου.
Και δεν πρόλαβα να ζήσω τα όνειρα μου,
για να αποκτήσω την αθανασία της ελευθερίας.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
| «Αυτό που κάνουμε δεν το καταλαβαίνουν ποτέ, μα μονάχα το επαινούν ή το κατηγορούν» | | |
|
curious 18-08-2010 @ 07:09 | ..που εφυγαν τα ομορφα χρονια...
Ενα σπιτακι διπλα στη θαλασσα
και το καλοκαιρι,γυρω απο το σπιτακι να φευγει,
Κι ολο αυτο τ' αρχεγονο αδιεξοδο πως με κραταει στον πατο
της θαλασσας και εγω να πνιγομαι ,αφου το οξυγονο που το
δωσες μετρημενο,
Πως ν'αγαπησω αφου δεν αγαπηθηκα
....σε παγωμενες μεν αλλα αθανατες στιγμες ...
Θα μπορουσα να γινω παλι η προσμονη,η υπομονη
Απο αγκαλιες φυλακες
Κι ας ειχα φτερα να ταξιδευω
πολυ ωραιο, γλαφυρες ζωντανες εικονες.
Αν μου επιτρεπεις ,ενα απο τα σιγουρα λαθη ,ηταν οι λαθος αγκαλιες(αλλα δεν ξερω , αν αυτο ηταν δικο σου.. λαθος στα
αληθεια).
| | Nikos Krideras 23-08-2010 @ 22:32 | Πάρε μιά βαρκούλα καί ρίχτη στήν θάλασσα θά ομορφο τό σπιτάκι πολύ καί σύ θα νοιώσεις διαφορετικά ::wink.:: | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|