| είχε περάσει σχεδόν ένας χρόνος αλλα τον τελευταιο καιρό είχαν αρχισει τα προβλήματα μαζί της.
είχε αρχίσει να εξαφανιζεται, να μην μπορεί, να μην θέλει. ετσι ξαφνικά όπως στην αρχή ήθελε και μπορούσε τα πάντα, όπως έκανε τα πάντα για να είμαστε μαζί έστω και για 5 λεπτα στα πεταχτα, έτσι τώρα απότομα χάθηκε και τα τόσο απλά έγινανπια δύσκολα.
ο αρχικός ενθουσιασμός της ξεθώριασε. μαζί ξαθώριαζα και εγώ.
εγώ είχα γίνει αξιοθρήνητος. είχα φτασει σε σημείο να ικετεύω για την προσοχή της. για τα βασικά. όχι γιατι δεν την άξιζα αυτή την προσοχή αλλα γιατί πλέον κάτι άλλο είχε τραβήξει την προσοχή της και εγώ είχα φτάσει να ζητάω. όταν το φυσικό γίνει συναλλαγή και κάποιος ζητάει τότε πρόκειται για συμπεριφορά απάνθρωπη.. αλλα δεν εφταιγε αυτή.. που να καταλάβει αυτή την απάνθρωπη συμπεριφορά της..
εγώ είχα όλο το μέρος της ευθύνης.
την είχα ερωτευτεί. και είχα επενδύσει σε μία νέα, ανώριμη γυναίκα ερωτευμένη μαζί μου.
μα καλά.. δεν έμαθα τοσα χρόνια οτι ο έρωτας είναι τυφλός και όσα σου δίνει στα παίρνει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που σου τα έδωσε και μπροστα στα μάτια σου τα δίνει σε κάποιον αλλο; το ήξερα καλα αυτό.. Αλλα δοκίμασα ξανα. ας πρόσεχα.
τα πράγματα είχαν τελειώσει ουσιαστικά όταν αυτή γύρισε στην προηγούμενη ζωή της και όταν απλώς πέρασε στον επόμενο έρωτα της αλλα εγώ δεν το παραδεχόμουν.
σε τέτοιες περιπτώσεις οι δικαιολογίες της πολλές.. οι ίδιες είναι πάντα.. δεν μπορώ, δεν προλαβαίνω, δεν νιώθω κτλ. (πόσο ασχημο είναι το "δεν νιώθω" μετά απο τόσο κόπο και χρόνο..)
με τα πολλά, και τις προσπάθειές μου, καταφέραμε να βρεθούμε ένα βράδυ ξανα. ήθελε αυτή την φορά.
στος τέλος της βραδιάς καταλήξαμε να ξαπλώσουμε πλαι ο ένας στον αλλο.
γύρισε την πλάτη της και κοιμήθηκε.
την παρακολουθουσα με προσοχη. προσπαθουσα να καταλάβω τι είναι ο έρωτας τελικά.
ίσως ήταν αυτή η αυθεντικότητα της με την οποία με πλησίασε με κέρδισε και με έκανε τυφλό.
εβλεπα τις ατέλειες στο κορμί της. κάθε λεπτομέρεια και μία ανάμνηση. κάθε σημαδι και μία νύχτα μαζί της.
τα μαλλιά της που έκαναν το περιβάλλον να γυρνά να την κοιτάξει όταν περνούσε. ειδικα έτσι όπως έπεφταν μπροστά στα μάτια της.
ο τρόπος που εσμιγε τα φρύδια της και τα χείλη της όταν δεν της έκανες το χατήρι.
τα πονηρά της μάτια που κοιτούσαν τους πάντες με σπιρτάδα.
το ατελές αδύνατο κορμί της που τόσες υγρές στιγμές μου χάρισε όμως.
ήξερα οτι ήταν η τελευταία φορά που ξαπλώνει δίπλα μου. το ήξερα. και πονούσα ήδη.
ο έρωτας όμως τελικά σου δανείζεται.. δεν σου χαρίζεται.. και τον πληρώνεις με τόκο..
χωρίζαμε.. είχαμε χωρίσει ήδη. αυτή ήταν αλλού. απλώς δεν το παραδεχόταν ο εγωισμός μου.
αυριο; δεν θα υπήρχε αύριο.. δεν ωφελούσε δεν ήταν πια δικιά μου. αυριο θα της ανακοίνωνα (απόλυτα) οτι δεν πάει αλλο έτσι. αυτή δεν θα δεχόταν τους όρους μου να με βάλει πρώτο στην ζωή της και το ηξερα. ήθελε τόσα αλλα να κάνει. εγώ δεν γυάλιζα πια.
τέρμα. και μετά έπρεπε να κρατήσω γερά.
την είχα εκεί δίπλα μου, κοιμόταν ήσυχα την ένιωθα τόσο δικιά μου και συνάμα τόσο μακριά.
η ώρα περνούσε, αυτή κοιμόταν και εγω στεκόμουν και την κοιτούσα με πάθος. την ήθελα δεν την χόρταινα, την ποθούσα, νοιαζόμουν για το πώς, το γιατί, με ποιον, και το αν είναι δυνατόν.
δεν ωφελούσε όμως πια.
κάποια στιγμή τινάχτηκε με δύναμη προφανώς απο κάποιο άσχημο όνειρο. την αγγιξα στο κεφάλι της με προσοχή. της χάιδεψα τα μαλλιά της που τόσες φορές είχα μπλέξει με πάθος με τα δαχτυλά μου. την χάϊδεψα διακριτικά στο μάγουλο προσπαθώντας να μην την ξυπνήσω. της χαμογάλασα σαν παιδί. ησύχασε αμέσως. γύρισε πάλι πλευρό.
πέρασα όλη την νύχτα έτσι να την κοιτώ. κατα διαστήματα την χαϊδευα για λίγο. άλλοτε της χαμογελούσα. κάποιες στιγμές στριμωχνα το κορμί μου πίσω της και την αγκάλιαζα χώνοντας την μούρη μου στα μαλλιά της.
δεν κατάφερα να κοιμηθώ λεπτό.
αυριο δεν θα υπήρχε τίποτα απο όλα αυτά. αυτή θα έφευγε και ίσως θυμωμένη. εγώ όμως ήμουν τώρα πιο δικός της παρά ποτε.
προσπαθουσα να την χορτάσω με τα μάτια μου λες και θα έφτανε για την υπόλοιπη μου ζωή, που δεν θα την είχα.
ξημέρωσε.
στεκόμουν ακόμη εκεί να την κοιτώ με πάθος και να της χαμογελώ. αλλοτε την χαίδευα άλλοτε την χαζευα.
μία ολόκληρη ξάγρυπνη νύχτα απο τις πολλές ξάγρυπνες που θα ακολουθούσαν για χάρη της. αυτή την φορά μαζί της χωρίς δάκρυα.
βγήκε ήλιος. την ξύπνησε.
εγυρα απότομα, έσφιξα τα μάτια και έκανα πως κοιμάμαι. αυτο το ήξερα καλα. πως να κλείνω τα μάτια μπροστά σε όσα γινόντουσαν τόσο καιρο..
σηκώθηκε και ντύθηκε βιαστικά. έφυγε σέρνοντας τα πόδια της.
σηκώθηκα. άκουσα την πόρτα να χτυπά πίσω της. ετρεξα στο παράθυρο να την δώ να φεύγει.
οι μέρες και οι νύχτες που ακολούθησαν ήταν οι χειρότερες. ο χρόνος βαρύς και κάθε λεπτο περνούσε με προσμονή για κάτι που δεν ωφελούσε να έρθει. και τελικά δεν ήρθε ποτέ.
την συνάντησα τυχαία ξανά εβδομάδες μετά σε ένα club. το στομάχι μου σφίχτηκε σαν να μην πέρασε μια μέρα. της μίλησα με προσοχή για να μην φανεί ξανά η υποτέλεια, η εξάρτηση, η ανάγκη, ο πληγωμένος εγωισμός μου που ήταν με άλλους άντρες και διασκέδαζε αμέριμνη ενω εγώ ακομη καιγόμουν μέσα μου και πονούσα.
αν με κοιτούσε βέβαια έστω λίγο στα μάτια θα έβλεπε τα πάντα. ευτυχώς δεν με κοίταξε ποτέ εκει.
ανταλλάξαμε λίγες κουβέντες. βρήκε μία ηλίθια αφορμή και δικαιολογία για να φύγει με ένταση λέγοντας μου ένα ξερό γεία και γύρισε στην παρέα της.
δεν την ξανάδα ποτε.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|