|
Πίσω από τους καταρράκτες των ματιών σου
Κάθεται αμίλητη και σκεφτική η μάνα μου
Υπονοώντας όσα εκείνη ξέρει ότι θα πρέπει να μαθω
Για τα νιάτα της, για τους κόπους της, για το φόβο της
Για τις συμβουλές της, που πια δεν πιάνουν τόπο
Πού τριγυρνούσες όλα αυτά τα χρόνια χωρίς ύπνο, χωρίς νερό, χωρίς προορισμό.
Χωρίς ένα χαμόγελο.
Κι εδώ που ήλθες, πάλι θες να φύγεις
Από φόβο μη σε διώξω
Και κυκλικά, αλλά σταθερά, πάντα κάτι θέλεις να μου πεις.
Κάτι που έρχεται.
Κάτι που φοβάσαι, χωρίς ακριβώς να ξέρεις.
Κάτι από μέσα, που δεν βγαίνει.
Αλλά που κάθεται στο λαρύγγι κόμπος.
Και που νομίζεις ότι με ένα μου φιλί θα το ξεράσεις
Όταν γαντζώνεσαι επάνω μου
Φυσάει απ το παράθυρο μας εκείνο το ανοιξιάτικο αεράκι.
Όταν με κοιτάς στα μάτια
Σαλπάρει αθόρυβα το πλοίο της γραμμής
Όταν παραδίνεσαι στα χέρια μου
Αρχίζει η ψαλμωδία των χαιρετισμών
Όταν περιμένεις ένα νεύμα μου
Αρχίζω και μιλώ
Στο τελος, αυτό που ήθελες, έγινε.
Μέσα στην αγκαλιά μου.
Αυτό που φοβάσαι, θα γίνει.
Μέσα στην αγκαλιά σου.
Αλλα εγω μέσα σ’ αυτό σου το βλέμμα
Βλέπω το άδειασμα σου
Βλέπω τη συνομωσία σου
Βλέπω την ελπίδα σου
Βλέπω το παράπονο σου
Βλέπω την παράδοση των πάντων.
Κι είμαι ο μόνος που μπορώ και βλέπω τα καραβια που αρμενιζουν αναμεσα στα φρυδια σου.
Κι είμαι ο μόνος που το ήξερε απo καιρο
Μη σμιγεις τα φρυδια σου
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|