| ΤΟ ΚΛΑΜΑ ΤΗΣ ΣΕΙΡΗΝΑΣ
απλώνω τ' ακροδάκτυλα στον ήλιο που ανατέλλει
απ' τις σχισμές διαφεύγει το φως και πάει αλλού
στ' ανήλιαγο περβόλι μας, στού Γιώργη το μποστάνι
στον καφενέ του Γιάννη, απλώνεται παντού
υπάρχουν άνθρωποι που ζουν για πάντα στο σκοτάδι
του ήλιου αυτό το χάδι δεν το νιωσαν ποτέ
κι εσύ που σου χω τ' ουρανού τ' αστέρια αραδιασμένα
γιατί 'ναι απλά σβησμένα σου κακοφαίνεται
θοπεύω με τα νύχια μου το κύμα της θαλάσσης
στον Ποσειδώνα μοιάζεις και το ταξίδι αργεί
απ' τα ναυάγια του βυθού σεντούκια πάντα αρπάζεις
κι ούτε που λογαριάζεις πόσοι είναι ναυαγοί
υπάρχουν άνθρωποι που ζουν στις φυλακές κλεισμένοι
απ' τη ζωή τους ξένοι και ξένοι σ' άλλη ζωή
κι εσύ που ελεύθερα πετάς σαν γλάρος σ' ήπιο κύμα
σου λείπει απ' τη σειρήνα το κλάμα κι η βοή
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|