| Η μοίρα γενναιόδωρα
ενώ μ είχε προικίσει
το ταίρι μου το άρπαξε
κι αυτό μ είχε τσακίσει
Ξανοίχτηκα σ ωκεανούς
και σε βαθιά πελάγη
μια νέα αγάπη για να βρώ
να ξαναζήσω πάλι
μα τίποτα δεν φάνηκε
τα ξάρτια μου λυγίσαν,
τα όνειρα σκοτείνιασαν
και οι καημοί τα σβήσαν
μα ξάφνου μες το χαλασμό
είδα να πέφτει αστέρι
απ τις κορφές του ουρανού
τι ριζικό θα φέρει?
Είπα ευχή για ν ακουστεί
στ ορίζοντα τα βάθη
μήπως η μοίρα η καλή
ήτανε και εχάθη?
Και τότε την αντίκρισα
σαν οπτασία μπρος μου
το χέρι της μου άπλωσε
κι έπιασε το δικό μου
θές να σου πω τη μοίρα σου
να δω τι θα σου λάχει,
ή συντροφιά να γίνω εγώ
σε άνθρωπο που πάσχει?
Για τ άστρα μίλα μου κυρά
κάτσε σιμά και πές μου
τον τοξοβόλο της καρδιάς
να με λυτρώσει βρές μου
Τ άστρα καλέ μου ναυτικέ
όλων την μοίρα λένε
τους λίγους κάνουν να γελούν
και τους πολλούς να κλαίνε
όμως εσύ τορνεύτηκες
το γέλιο να χαρίζεις
και τα ναυάγια της ζωής
μόνος να ξενερίζεις
αστροφεγγούσα κοπελιά
με της φωτιάς την κόμη
θα ψάχνω την Ιθάκη μου
μες τα πελάγη ακόμη?
Μα βρήκες την Ιθάκη σου
και στη στεριά σιμώνεις,
μάζεψε τώρα τα άλμπουρα
κι άδικα μην ιδρώνεις
μες της καρδιάς τα τρίσβαθα
κρύβεται το νησί σου
εγώ το μόλο σούδειξα
να δέσεις το σχοινί σου
μ ένα χαμόγελο γλυκό
η οπτασία εχάθη
τώρα πατάω πιά στεριά
που κύματα δεν θάχει
Μαράκος
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|