| ΥΠΑΛΛΗΛΑΚΟΣ
Ανοίγει βήμα
στο στενόμακρο σοκάκι
και τη θαμπή
κόκκινη λάμπα πλησιάζει
κίτρινα πρόσωπα
και γόπες στο τασάκι
και μια τσατσά
που αναιδέστατα κοιτάζει
Έχουν αρχίσει
να σκληραίνουν τ’ αχαμνά
ρωτάει ξανά
με τη φωνή του βραχνιασμένη
ποια είναι ελεύθερη απόψε;
Η Νανά;
Μια ξυρισμένη σάρκα
εκεί τον περιμένει
Μπαίνει…
τα μάτια του γυρνούν εκστατικά
και μια ανάσα βιαστική
που ένοχη μοιάζει
ιδρώτας, άρωμα,
αναίσθητα φιλιά
και η κραυγή του
τη σιωπή για λίγο σπάζει
Σκυμμένος δένει
και το δεύτερο κορδόνι
το χαρτονόμισμα
στην τσέπη διπλωμένο
τ’ αφήνει βρίζοντας
απάνω στο σεντόνι
για αυτό το λίγο
που κρατά το γαμημένο
Ένας φριχτός
υπαλληλάκος της ψευτιάς
που βγαίνει έξω
στην απαίσια του αλήθεια
σύζυγος κάποιας
βαρετής νοικοκυράς
που ζει νεκρός
σε πεθαμένα παραμύθια
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|