| [align=center]Έβρεχε πολύ στη δύσμοιρη πόλη
τα άστρα κρύφτηκαν να μη δουν τους υπαίτιους
είχαν αισθανθεί το μοιραίο που αναμένονταν
Εμείς δεν σηκωνόμασταν από τη θαλπωρή της θλίψης
κοιτούσαμε τις σταγόνες της βροχής
Άδεια βλέμματα που χαροπάλευαν στην αφωνία
χαλασμένα σκεπάσματα ανέστιων υποκειμένων
Ο κίνδυνος από εκείνους μεγάλος
έσφιγγε τις καρδιές των ερωτευμένων
τυραννία αυτή η καταπίεση
Ανυψώθηκε σαν πίδακας στις επιθυμίες
τις έπνιξε στα έγκατα των αναγκών
δίνοντας ευχαρίστηση στα σκοτεινά πρόσωπα
συνθλίβοντας τα ερωτήματα σε προειλημμένες απαντήσεις
Τα χαρακτηριστικά του προσώπου αλλοιώθηκαν
η γλυκύτητα του χαμόγελου έδωσε τη θέσης της στην κατήφεια
τα βήματα χάνονταν στο άγνωστο
Είπες: μάλλον φταίει ο καιρός
μάλλον φταίει η στιγμή
Ποιος ξέρει πόσες ανούσιες δικαιολογίες
θα χρειαστούν για να σταματήσει η βροχή[/align]
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|