| Αμέσως ,τρείς τρισχαριτωμένες νεαρές σερβιτόρες, με δίσκους γιομάτους με κάθε λογής καλούδια ,μπήκανε τρέχοντας στη μεγάλη αίθουσα και ξοπίσω τους δυό γιγαντόσωμοι υπηρέτες με λιβρέες, κουβαλώντας ένα τεράστιο σαμοβάρι,με αχνιστό τσάι .Όπως ήτανε φυσικό, το σερβίρισμα άρχισε από την «Αγία οικογένεια» και στη συνέχεια σερβίρισαν τον Γκριγκόρι,που δεν έχανε την ευκαιρία,σε κάθε σκύψιμο των κοριτσιών ν απλώνει τις χερούκλες του ,όπως το χταπόδι τα πλοκάμια του.Εμένα με σερβίρισαν τελευταίο στο απομονωμένο τραπεζάκι που με είχανε βάλει να καθίσω, αλλά με τα ίδια ακριβώς καλούδια, όπως και τους άλλους. Στη συνέχεια η Τσαρίνα, τον παρακάλεσε να πει το «πάτερ ημών». Όλοι τότε σηκωθήκαμε όρθιοι μετά από εκείνη, περιμένοντας τον ν αρχίσει την προσευχή. Εκείνος τότε στρέφοντας το κεφάλι του με απόγνωση προς το μέρος μου, ζήτησε μ ένα νόημα του, την άμεση βοήθεια μου. Ήξερα πολύ καλά, ότι εκτός απ το «Πάτερ ημών εν τοις ουρανοίς» και το «αμήν»,τίποτα άλλο δεν σκάμπαζε να κουλαντρίσει. Έτσι, προκειμένου να τον βγάλω απ τη δύσκολη θέση ,έσπευσα να πάρω θέση ακριβώς πίσω του, «εξηγώντας» στην εμβρόντητη Τσαρίνα, πως στο μοναστήρι, προσευχόμαστε ανά ντουέτο, «για καλύτερη ηχητική απόδοση». Ο Γκριγκόρι ,μόνο που δεν μ αγκάλιασε, για το παραμύθι που της πλασάρισα με τόσο πειστικό τρόπο, που λίγο έλειψε να το πιστέψει κι ο ίδιος. Τελικά τα καταφέραμε να πούμε την προσευχή, με τόση θέρμη, που η Τσαρίνα δάκρυσε από συγκίνηση. Αφού τελικά θρονιάστηκε πρώτα εκείνη στη θέση της, και μετά οι υπόλοιποι στις δικές τους, έσπευσα κι εγώ ο έρμος στο δικό μου τραπέζι , για να γευθώ τις γαστρονομικές λιχουδιές που μου σερβίρισαν. Όμως δεν πρόλαβα ούτε μπουκιά να χαρώ, καθώς ακούστηκε η φωνή της τσιριχτή και διαπασών. «Κύριοι, μία πρόποση για την υγεία του Τσάρεβιτς».Σηκώθηκε μάλιστα τόσο απότομα , που έχυσε τη μισή κούπα από το τσάι που κρατούσε στο χέρι της.«Στην υγειά του », επαναλάβαμε κι εμείς ,σηκώνοντας μαζί με τις κόρες της τις κούπες μας ψηλά.Μετά επικράτησε απόλυτη ησυχία στο χώρο ,καθώς μπήκανε μπρός οι ανυπόμονες μασέλες μας,αλλά φεύ ήταν γραφτό μας να μείνουμε με την μπουκιά στο στόμα.«Η αυτού Μεγαλειότης,ο Τσάρος πασών των Ρωσιών» ακούστηκε στα ξαφνικά από τα χείλη ενός αφηνιασμένου δίποδου φορτωμένου με λιλιά, που μπούκαρε στην αίθουσα απρόσκλητος και σαν σίφουνας ,κοπανώντας με μανία ένα μακρύ ραβδί στο μαρμάρινο δάπεδο.«Αει σιχτίρ καθίκι του κερατά», φώναξε ο Γκριγκόρι ,πετώντας με οργή προς το μέρος του ένα μελάτο αυγό χήνας,που δεν πρόλαβε να το γευθεί η γούσα του. Επακολούθησε πανδαιμόνιο ,καθώς εκείνος παραμερίζοντας έγκαιρα, το άφησε να καταλήξει στη σιδερωμένη στολή του Τσάρου.που ακολουθούσε καμαρωτός,καμαρωτός,με μια κουστωδία υπασπιστών ξοπίσω του.
συνεχιζεται
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|