|
| Με βερνίκι και με νέφτι | | | Ποίημα που περιμένει τον τραγουδοποιό του | | Με βερνίκι και με νέφτι,
βάψανε τη γη
και χιόνι άρχισε να πέφτει,
χιόνι σαντιγύ.
Κοπανήσαν τον αγέρα,
με σωρό σφυριά,
να γιομίσουνε τη μέρα,
τρύπες για τυριά.
Ένα σύννεφο φουσκώσαν,
μ’ άσπρο φυσερό,
λαχανιάσανε κι ιδρώσαν,
μες στον κρύο καιρό.
Ήταν όλοι τους γιγάντοι,
μια δωδεκαριά,
ξάπλωσαν στον ήλιο αγνάντι,
κάτ’ απ’ τη μουριά.
Φτιάξαν τον καφέ τους, σ’ ένα
κιούπι κρητικό,
φάγαν μια σοκολατένια
τούρτα, για γλυκό.
Δεν εγύρεψαν καμιάνε
δίκια πληρωμή,
σηκωθήκανε και πάνε,
«δόξη και τιμή».
Ήμουνα στη βόλεψή μου
και χαιρόμουνα,
πως αλλάξανε τη ζωή μου,
συλλογιόμουνα.
Π.Θ.Τουμάσης
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 8 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| Κάθε βράδυ σ' ονειρεύομαι, μέσα στο σκοτάδι σε παντρεύομαι. | | |
|
**Ηώς** 18-04-2011 @ 00:56 | και με νέφτι,..........καλημέρα Θανάση!!!!!!!!! ::yes.:: ::theos.:: ::theos.:: | | kantadoros 18-04-2011 @ 01:17 | Μαύροι τράγοι τους μαντρώσαν
σε ψηλό μαντρί
τα γραμμένα τους κι αν κάψαν
κάτι έχει σωθεί
::smile.:: | | ALIROS 18-04-2011 @ 01:56 | ::theos.:: ::theos.:: ::theos.:: καλημέρα | | ptoumassis 18-04-2011 @ 03:51 | Χμ, αν και δεν το συνηθίζω, θα σάς πω μιαν ιστορία: Μια φορά κι έναν καιρό, δεν ήμουν υπάλληλος! (Και μάλιστα άνεργος σήμερα). Είχα, μαζί με την οικογένειά μου, δικό μου μαγαζί με κεραμικά... Βάφαμε κεραμικά σκεύη με βερνίκι που το αραιώναμε με νέφτι και τα εκθέταμε ωραία διακοσμημένα σ' ένα χώρο επάνω στην λεωφόρο Κηφισίας, στο Μαρούσι.
Μετά - έτος 1997 - χάθηκε το μαγαζί, μάς έκανε έξωση ο ιδιοκτήτης και το γκρέμισε φτιάχνοντας στη θέση του ένα πολυτελές πολυώροφο κτίριο που το διαθέτει για γραφεία...
Το μαγαζί όμως έμεινε στη μνήμη μου. Ο χώρος της αυλής όπου εκθέταμε τις γλάστρες και τα κρητικά πιθάρια (κρητικά κιούπια όπως τα λέω) και ο εσωτερικός χώρος με τα πανέμορφα μπιμπελό, τα σερβίτσια, τα σκεύη μαγειρέματος, τα κιούπια λαδιού, όλα κεραμικά...
Στην αυλή υπήρχε και μια μουριά. Η μουριά που αναφέρω στο ποίημα και που από κάτω κάθισαν οι γιγάντοι... Βλέπετε, στην μνήμη μου, και η μουριά έχει γίνει θεόρατη, γιγάντια κυριολεκτικά...
Με βερνίκι και με νέφτι βάφαμε τις γλάστρες τις καφέ, που ο κόσμος τις έβαζε στο σαλόνι του... Το κιούπι το κρητικό που αναφέρω είναι ένα από τα είδη που πουλούσαμε... Το "ήμουνα στη βόλεψή μου" που γράφω, στην αρχική του γραφή ήτανε: "ήμουνα στο μαγαζί μου".
Νομίζω ότι τώρα θα καταλάβετε καλύτερα το ποίημα.
Φυσικά, υπάρχει και η αλληγορία του, αλλά γι' αυτή ας μιλήσουν οι φιλόλογοι. (Αν τα καταφέρουν βέβαια, χε, χε).
Με αγάπη,
Παναγιώτης Θ. Τουμάσης | | kantadoros 18-04-2011 @ 04:02 | Γκρρρρρ!
Η δική μου μουριά με τη ντουζίνα γιγάντους είναι πιο καλή!
::laugh.::
Πάντως όταν πέφτουν τα μούρα χάλια γίνεται η αυλή.
Άσε πια αυτές οι σφίγγες!
::smile.:: | | smaragdenia 18-04-2011 @ 04:38 | ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΛΕΓΕΤΑΙ ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΣΟΥ.... ::yes.:: ::yes.:: ::yes.:: | | merlin17254 18-04-2011 @ 06:01 | .....ΠΟΛΥ ΟΜΟΡΦΗ Η ΑΝΑΔΡΟΜΗ... Καλημέρα Παναγιώτη. | | αντικλείδι 18-04-2011 @ 14:26 | 'Ε ξ ο χ ο ς ... με μνήμες κι όλα δοσμένα όμορφα ...!!! ::love.:: | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|