| Στον βυθό των δακρύων
η αγκαλιά του κόσμου
ψυχρή σειρήνα,
χωρίς ουρανό…
Ναυαγισμένα καράβια
κάτω απ’ τη λάσπη,
ψυχές χαμένες
ήλιων τυφλών…
Σκοτεινιασμένων λειψών καιρών,
χωρίς ανάσες,
χωρίς αλήθεια αγαπημένη,
μαύρα πανιά…
Για ποια ελπίδα μεθώ τον χρόνο
και στην ανάγκη
μεθώ κι εγώ
από αγάπης θλίψη…
Η μυθική μου απόκοσμη σκιά
τον βυθό μετράει,
απόγνωση ουρλιάζει,
σκοτάδι πηχτό…
Οι μοίρες των νεκρών ψυχών
χάραξαν εικόνες
ανεξάντλητου θρήνου,
φωτεινών ουρανών,
στον βυθό των δακρύων,
καραβιών βυθισμένων
που είχαν σαλπάρει
με μαύρα πανιά…
Ψυχές μες στα χέρια μου κρατάω,
μαθαίνω ακόμα
στο σκοτάδι να μετράω
ανάσες νεκρές…
Η μυθική μου απόκοσμη ψυχή,
βυθισμένη στη λάσπη,
την ανάσα της φυλάει
για το τελευταίο δάκρυ…
Τα μαύρα κατάρτια κοιτώ
να προβάλουν αγκάθια στη λάσπη,
τα κουφάρια τους αγάπες θαμμένες…
Σαλπάρανε με μαύρα πανιά,
βυθίστηκαν από δάκρυα εκκωφαντικά
και χαθήκαν στου βυθού τον αιώνα…
Ακολουθώ τις χαμένες ψυχές
για να σιγουρευτώ ότι δεν είμαι μόνος
μέσα σ’ έναν οδυνηρά μοναχικό βυθό,
σ’ ένα ναυάγιο αυστηρά προσωπικό…
«Άσε με να πεθάνω…»
ουρλιάζω σαν τρελός…
«Άσε με να πεθάνω, σε παρακαλώ…»
ουρλιάζω με την τελευταία
κρατημένη ανάσα…
Ουρλιάζουνε μαζί μου τα καράβια,
τα κατάρτια ανεβαίνουνε ψηλά
και τα μαύρα πανιά κυματίζουν,
φουσκωμένα απ’ τις σκιές των ανέμων…
Αστράφτουν οι απέθαντες ψυχές,
βροντάνε τις αμέτρητες πληγές,
διώχνουν το σκοτάδι…
«Άσε με…»,
«Άσε με…»
Γονατιστός, δακρυσμένος, μόνος…
Τα χέρια μου σηκώνω ψηλά
ν’ ακουμπήσω τον κλειστοφοβικό μου ουρανό
«…να πεθάνω»,
«…να πεθάνω»
ουρλιάζω με την τελευταία μου
κρατημένη ανάσα…
«Σε παρακαλώ…»
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|