| ετούτοι οι στίχοι βρήκαν επιτέλους άνεμο και θάλασσα ανοιχτή
κι ορίζοντα προκλητικό μπροστά, να τους παρακινήσει
και φάρο ανέσπερου φωτός να βοηθήσει στον ασφαλή απόπλου τους,
χώρα νησιωτική να περιμένει τον γρήγορο ελλιμενισμό τους...
τόσο ετοιμόπλοοι μοιάζουν, τόσο θαρραλέοι
που δεν φοβούνται πια μήτε τον κεραυνό, μήτε τις αστραπές
μήτε και τα τέρατα με τα οποία ανέκαθεν η φαντασία και το άγνωστο
εφοδίαζαν τη θάλασσα…
μα πως, μα πως αγάπη μου ;
ετούτοι οι στίχοι πένητες ήταν και πλούτισαν
ρακένδυτοι, κι ενδύθηκαν πορφύρα
κι ενώ δεν μπορούσαν να αγγίξουν μήτε το ταβάνι
-τόσο ήταν το ανάστημά τους ή η φιλοδοξία τους-
πως έγινε και τώρα να επιχειρούν ν’ αγγίξουν ως και τ’ άστρα;
και πως ενώ υπήρχαν μέσα μου- αισθάνομαι- από πάντα
μπόρεσαν μόνο τώρα να ξεχυθούν σαν χείμαρρος ανήμερος
και σαν πελώριος καταρράκτης
αγάπη μου;
οι στίχοι ετούτοι, έγκλειστοι ήταν κι ελευθερώθηκαν
σαν κάποια δύναμη αόρατη να ξεκλείδωσε μεμιάς
όλες μαζί τις κλειδωνιές που τους φυλάκιζαν
κι ωσάν να βρήκαν αίφνης τα ρήματά μου αντικείμενο
κι ουσία τα ουσιαστικά μου…
μα πως; μα πως αγάπη μου;
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|