| εδώ σε τούτη τη γωνιά την άνυδρη της σκέψης
όπου σιτάρι δεν ανθεί, κριθάρι δε καρπίζει
πουλιά δε ζευγαρώνουνε κι ελάφια δε ζυγώνουν
λίγα λουλούδια μοναχά μες στις σχισμές των βράχων
και σκόρπιες γέρικες ελιές που όλο μιλούν τις νύχτες
στο νου τους φέρνοντας παλιές μνήμες ανθοφορίας
κι αναμετρούν πόσοι έκατσαν στον ίσκιο τους ‘δοιπόροι
να ξαποστάσουν τρώγοντας τυρί και δίπυρο άρτο…
εδώ σε τούτη τη γωνιά που έχει ο θεός ξεχάσει
με μάτια κάθομαι κλειστά, με χείλη σφραγισμένα
μήπως κι ακούσω από μακριά της θάλασσας τον ήχο
έτσι όπως σκάει στην ακτή που είναι σπαρμένη βράχια
μα την ψυχή μου έχω χρυσές κορδέλες στολισμένη
μέσα μου ξέροντας καλά πως ο καιρός γυρίζει
και πως μπορεί η άγονη κι άσπονδη ετούτη ξέρα
να γίνει κάποτε δρυμός , πολύβουο λιμάνι
εδώ σε τούτον το μικρό και χαμηλό λοφίσκο
που απέχει από τον ουρανό κι από τη θάλασσα ίσα
μ’ έταξε η μοίρα μου να ζω, μα δεν παραπονιέμαι
τη νύχτα σαν τον ποταμό, το χώμα του ανασκάπτω
να ανοίξω κοίτη στα σκληρά πετρώματά του μέσα
κι από αιώνες να χυθώ στο πέλαγος το μπλάβο
και στήνω σκαλωσιές ψηλές δίχως να κάνω κρότο
να αιφνιδιάσω τον καιρό και να σιμώσω στ’ άστρα…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|