| Η υγρασια απλωσε στον ξεφτισμενο τοιχο,
μουχλιασαν τα σχεδια στο συρταρι, παλι αναψες το φως,
κι εφεξες το σκοταδι, οπως τρεμοφεγγει η καρδια, στης
πρωτης, της αγαπης, το σημαδι.
Οι οσμες του χθες, τις αναμνησεις ξυπνησαν, ενω τις κοιμιζα,
βαθια, θαμμενο μεσα μου, μαυρο μαργαριταρι, να ταξιδεψουν
μακρια απ' το σπιτι του μυαλου, στη ληθη του λαβυρινθου,
στην άχλη.
Χρονια ολοκληρα τις εδιωχνα κι αυτες σκληρες και ανηλεεις,
αντιστεκονται, ματωνουν, πώς κατι ασαρκο και άυλο ειναι πιο
δυνατο απ' το σωμα;
Ενω παλευω με τις σκεψεις μου, βουλιαζω και βυθιζομαι στο
στρωμα. Παλευω με τις δολιες, τις οδυνηρες, γυριζω εδω,
γυριζω εκει, αλλαζω το πλευρο και δε μπορω να γαληνεψω
ακομα.
Τις σπρωχνω, κατω με πετουν, επιμονα με μανια, πονω,
πασχιζω, ξεψυχω, δεν εχει σημασια. Εδω στη γη ειναι η
πρωτη κολαση, εδω κι η πρωτη τρικυμια.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|