| Εκεί που κείτομαι θλιμένος σ'ένα μνήμα
βλέπω αυτούς που στο κουφάρι μου θα φτήνουν.
Όλοι αυτοί που τη ζωή μου είδαν σαν ποίημα
θα είναι αύριο αυτοί που θα με κρίνουν
Και θα πατούνε με μανία το σταυρό μου
αυτόν που τόσα χρόνια συνεχώς φορούσα.
Όλοι αυτοί που δήθεν θέλαν το καλό μου,
σκότωσαν ένα Βασιλιά που εγώ τιμούσα.
Βλέπω αυτούς που όταν χαίρομαι πονούνε
κι όταν εγώ χαμογελώ αυτοί δακρίζουν.
Μα αγαλιάζει η ψυχή τους και γελούνε
όταν οι δαίμονες κρυφά με τριγυρίζουν.
Βλέπω αυτούς που στην κηδεία μου θα κλαίνε,
ενώ το θάνατό μου θά'χουν σχεδιάσει.
Όλους αυτούς που όταν πεθαίνω θα μου λένε,
της κρίσης η ώρα έχει πλέον πλησιάσει.
Κι εγώ θα τρέχω σα τρελλός μέσα στο δάσος,
αναζητώντας μια χαμένη πολιτεία.
Εκεί που τ'όνειρό μου θά'χει γίνει πάθος,
ίσως να βρω μία ληγμένη ευτυχία.
Με βλέπω σε όραμα κλεισμένο σε κελί,
που οι νεκροί σχιζοφρενείς εγκαταλείψαν.
Λίγο πιο κάτω ένα άψυχο παιδί,
που κάποιοι άπιστοι σκληρά ξυλοκοπήσαν.
Βλέπω τον τάφο μου να είναι διαλειμένος
κι ένα πουλί νεκρό τη θέση μου έχει πάρει.
Σ'ένα βασίλειο ψυχρό νεοφερμένος,
απο ένα Σύντροφο νεκρό ζητάω χάρη.
Θέλω ξανά να γεννηθώ για να με δώ και πάλι
το ματωμένο Λάβαρο ψηλά να το κρατώ.
Σαν ένα πιόνι αδύναμο σε μια αιώνια πάλη,
μονάχος μου για πάντα με πείσμα προσπαθώ...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|