| Καταραμένος μόνος βάδιζα στης θύελλας το μένος
στην άλλωτε Πατρίδα μου τώρα ήμουν ένας ξένος.
Χρόνια πολλά είχα να’ρθώ στου Απόλλωνα τη χώρα
απο τότε που αναγεννήθηκα στην ύστατη την ώρα.
Ένα όνειρο με έφερε στη γη των Ολυμπίων,
και μια ελπίδα για να δω ξανά τον Υπερίων.
Ήρθα σαν ξένος για να βρω το θρόνο τον χαμένο,
κι ένα αρχαίο μυστικό στη γη βαθειά θαμμένο.
Την Ατλαντίδα ήρθα να βρω, τη γη που είχ’αγαπήσει,
την άγια την Πατρίδα μου που τόσοι είχαν θρηνήσει.
Στα βάθη του ο Ωκεανός καλά κρατεί κρυμμένη
μία κραυγή απόγνωσης απ’τα έγκατα βγαλμένη.
Μία Θεά ήρθα να βρω στο θρόνο καθισμένη
με δάκρυα στα μάτια της πιστά να με προσμένει.
Ήρθα εσένα για να βρω Θεά του Δία κόρη,
σα βασιλιάς στο πλάϊ σου βαστώντας το Άγιο Δόρυ!
Μια μέρα ξέρω θα σε βρω ξανά στην Ατλαντίδα,
θά’χεις πάλι το ξίφος σου και μια χρυσή ασπίδα.
Καθώς θα αναδύεσαι, η Άβυσσος θα κλαίει
κι ελεύθερος ο Ποσειδών εκεί μακριά θα πλέει.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|