|
| Το σώμα ενός παλαιστή | | | Ένα νέο κείμενο. | | Το σώμα ενός παλαιστή
Η πρωινή εφημερίδα είναι το λιγότερο από τα προβλήματά μου αυτή τη στιγμή. Σίγουρα έκαναν λάθος, ένα απλό τυπογραφικό λάθος, αυτό είναι προφανές. Φυσικά κανείς δε μπορεί να νοιώσει τόσο έντονα όσο εγώ πόσο επίπονο είναι ένα τέτοιο σφάλμα, αλλά αυτό είναι απλώς επόμενο.
Ότι εγώ έχω κάνει, αντίθετα, λάθος, πρέπει να το αποκλείσω. Βέβαια δεν βρήκα το παλιό φύλλο της εφημερίδας που έψαχνα, βρήκα μόνο κάποιο που στην αρχή ανέφερε κάτι για ένα φόνο που έγινε με ένα μαχαίρι. Το θύμα αποκεφαλίστηκε, και θυμάμαι ότι διαβάζοντας εκείνο το άρθρο για κάποιο λόγο έφερα κατά νου το κρεβάτι του Προκρούστη, ο οποίος ακρωτηρίαζε κάποιους από τους ανθρώπους που είχε δέσει σε εκείνο.
Ο Προκρούστης όμως ήταν ένας από τους ληστές και δολοφόνους που απειλούσαν τη ζωή των κατοίκων της αρχαίας Αττικής, πριν να εμφανιστεί ο Θησέας για να τους εξοντώσει, το ίδιο άγρια. Τι σχέση θα μπορούσε να έχει με έναν κάτοικο της Θεσσαλονίκης; Ίσως κάποτε να είχα ακούσει τυχαία, πριν από χρόνια, καθώς είχα βρεθεί σε ένα βιβλιοπωλείο όπου δεν πήγαινα ποτέ, πως η Θεσσαλονίκη ονομαζόταν «Αθήνα της μεσαιωνικής Ελλάδος». Δεν είμαι βέβαιος γι αυτό, όμως δε μου αρέσει, όχι, δε μου αρέσει καθόλου.
Και δε μου αρέσει διότι αμέσως σχηματίζεται μια σύνδεση: Ο Θησέας ήταν στην αρχαία Αθήνα, αλλά τότε, αυτή την εποχή, με τα εγκλήματα που γίνονται καθημερινά και ανεξέλεγκτα, δε θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι χρειάζεται ένας νέος Θησέας; Και ο Μεσαίωνας, με τι έχει σχέση; Μεταφορικά «μεσαίωνας» ονομάζεται κάθε καθυστερημένη κατάσταση, έτσι υπό μία έννοια η Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με εκείνη την φράση που είχα άλλοτε ακούσει, θα μπορούσε ακόμα και να σημαίνει συμβολικά την πιο σημαντική, την πιο μεγάλη, την πιο αξιόλογη πόλη μιας καθυστερημένης περιόδου αυτού του κράτους.
Και τούτο δεν είναι και τόσο υπερβολικό να το ισχυριστεί κανείς. Φυσικά όλα μπερδεύονται, όλα, και το κατανοώ ότι μπερδεύονται. Δεν είμαι φυσικά ο Θησέας, μια τέτοια σκέψη θα ήταν γελοία. Δεν είμαι, όμως νομίζω ότι όπως κάποτε κάποιος συνέθεσε την ιστορία εκείνου του ήρωα, τώρα, μάλλον, θα υπάρξει μια καταγραφή μιας άλλης ιστορίας κάποιου που εξόντωσε κάποιους δολοφόνους.
Φυσικά και δεν είμαι ο Θησέας. Εκείνος αναπαρίσταται με μεγαλόσωμο κορμί, εξαιρετικά γεροδεμένο και ξανθά μαλλιά. Εγώ είμαι μικρόσωμος, μελαχρινός, αδύνατος. Επίσης δεν αποτελώ έναν ήρωα, θα ήταν γελοίο να υποστηρίξει κανείς κάτι τέτοιο. Είμαι απλώς ένας από τους ανθρώπους του πλήθους, ένα ακόμα από τα έντομα που βιαστικά διασχίζουν τις οδούς που έχει χαράξει η πορεία άλλων εντόμων, σε αυτή τη φωλιά της θλίψης και της κατάντιας, σε αυτή την πόλη, στην άθλια, ζοφερή, ποταπή τούτη περίοδο για τη Χώρα.
Εξάλλου θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ο ήρωας Θησέας δεν απασχολούταν από την πλευρά του καθόλου με την ιδιαίτερη σκέψη. Ο Θησέας, αλήθεια, εμφανίζεται και σε έναν τελείως άλλο μύθο, εκείνο του μινώταυρου. Αλλά δεν έχω διάθεση να εξετάσω τώρα τι σχέση έχει αυτό με ό,τι έγινε τούτη τη νύχτα.
Αυτός που σκότωσε με ένα μαχαίρι, ναι, με είχε απασχολήσει ιδιαίτερα. Αναρωτιόμουν ποιος θα μπορούσε να είναι διαμορφωμένος με έναν τόσο αξιοσημείωτα κακό τρόπο ώστε να μπορέσει να προβεί σε μία τόσο άγρια ενέργεια. Ήταν θυμωμένος όταν κατέβαζε την αιχμή στο κεφάλι του θύματός του; Ήταν το θύμα κάποιο άτομο που το γνώριζε και είχε διαφορές μαζί του, ή ακόμα πιο σύνθετες και ίσως και αμφιθυμικές, βίαια αμφιθυμικές σχέσεις; Ή ήταν κάτι τελείως άλλο; Ένας που ήρεμα επέφερε το τρομερό χτύπημα που διαλύει, κάποιος που δεν ένοιωθε για την πράξη του και για το θύμα το παραμικρό.
Το θυμάμαι πολύ καλά ότι για μία ολόκληρη μέρα προσπαθούσα να φανταστώ αυτό το θέμα. Επιχείρησα να διακρίνω όλες τις δυνατές περιπτώσεις, και να τις ταξινομήσω, μαζί με τις προεκτάσεις τους, έτσι ώστε να είμαι όσο το δυνατόν περισσότερο σίγουρος γινόταν ότι καταλάβαινα με τι είχα να κάνω. Ω, φυσικά, αυτό με οδηγούσε, ο φόβος μου, ο δικός μου φόβος για τη δική μου ζωή! Αν συναντούσα, τυχαία, εκείνο τον άνθρωπο σε κάποιο σκοτεινό σοκάκι θα γινόταν να με εκμηδενίσει, και έτσι δεν έμπαινα πλέον σε σοκάκια. Ναι, αλλά από την άλλη ίσως να μην αρκούσε αυτό για να προφυλαχτώ. Ίσως να μην τον ενδιέφερε καν άλλο αν τον πιάσουν ή όχι, ή να είχε γίνει πιο απρόσεκτος τώρα, για διάφορους λόγους. Ίσως ενώ περπατούσα αγχωμένα στο δρόμο να ένοιωθα ξαφνικά την αιχμή να καρφώνεται στο πίσω μέρος του δικού μου κεφαλιού!
Γι αυτό και, τελικά, έπειτα από κάποια αντίσταση, αποφάσισα να μειώσω δραστικά τις εξόδους μου, και να τις περιορίσω αφ ενός στις ώρες του φυσικού φωτός- δηλαδή μέχρι το μεσημέρι- και αφετέρου στην περιοχή όπου μένω.
Και θα είχα συνεχίσει έτσι, ακόμα πιο αποκομμένος από την υπόλοιπη κοινωνία, εντελώς απομονωμένος, αν δε συνέβαινε να δεχτώ ένα τηλεφώνημα από έναν παλιό μου γνωστό, κάποιον με τον οποίο ήμασταν μαζί στο σχολείο πριν από περισσότερη από μια δεκαετία.
Βέβαια δεν ήταν τελείως τυχαίο αυτό. Ή μάλλον αυτή η επισήμανση έχει διπλή σημασία, τουλάχιστον διπλή. Αυτό που σκεφτόμουν εγώ τότε ήταν πως είχε θεωρήσει σκόπιμο να μου τηλεφωνήσει διότι του είχα στείλει ένα γράμμα στο οποίο του ζητούσα να συναντηθούμε, αν και αυτό φυσικά το είχα κάνει πριν από το επίμαχο ανάγνωσμα στην εφημερίδα, και τον μεγαλύτερο, τον σχεδόν καθολικό περιορισμό μου στο σπίτι μου.
Φαινόταν ότι ήθελε πολύ να με δει. Το απέδωσα- τι άλλο να σκεφτώ, αλήθεια; - σε κάποια λύπηση για εμένα από την πλευρά του. Ωστόσο σκέφτηκα πως ακόμα και έτσι θα κέρδιζα ίσως κάτι αν τον έβλεπα, αν περνούσα λίγη ώρα σε ένα άλλο σπίτι, στο οποιοδήποτε άλλο σπίτι, οπουδήποτε αλλού εκτός από τους πένθιμους τοίχους αυτού του διαμερίσματος στο στενό, στο απόλυτο κέντρο.
Και αυτός έμενε κοντά, οπότε δε θα παρέβαινα τον έναν έστω από τους κανόνες που είχα θέσει, να μην απομακρύνομαι από την περιοχή μου. Όμως από την άλλη είχε ήδη σκοτεινιάσει όταν πήγα να τον βρω. Δε θέλω ούτε καν να θυμάμαι το άγχος που ένοιωθα όσο περπατούσα στο ημίφως προς το σπίτι του. Εκεί όμως πρέπει να έμοιαζα τόσο εξοντωμένος όταν τελικά με είδε που με ρώτησε τι έχω. Και εγώ, δίχως να το σκεφτώ καν, του τα είπα όλα!
Τώρα βέβαια καταλαβαίνω γιατί είχε γίνει αυτό, γιατί με κοιτούσε έτσι, με αυτό το φρικτό βλέμμα, αλλά τότε πίστευα ότι τούτο συνέβαινε απλώς διότι με θεωρούσε τρελό. Το ξάφνιασμά του όμως δεν το είχα σκεφτεί ακόμα, δε το θεωρούσα σημαντικό. Αν ξαφνιαζόταν θα ξαφνιαζόταν κατά συνέπεια διότι θα είχε αποδειχτεί στην πράξη ότι ήμουν ακόμα πιο παράξενος απ ό,τι νόμιζε για εμένα- άλλωστε τότε ακόμα θεωρούσα πως εκείνος ήταν μια χαρά, πως οι επιδιώξεις του στη ζωή δεν ήταν ακέφαλες, πως δε διακατεχόταν από κάποια μονότονη επιδίωξη που πρέπει να τον κυριαρχούσε όπως το ορμητικό ποτάμι τον άτυχο πνιγμένο- αλλά όχι για το άλλο.
Το άλλο, ναι, αυτό όμως όταν του ζήτησα ένα ποτήρι νερό- ή μάλλον λανθασμένα το θυμόμουν αυτό, εκείνος πρότεινε να πάει να μου φέρει νερό, ναι, έτσι έγινε- είχε ήδη αρχίσει να παίρνει το δρόμο του. Καθόμουν ακόμα στην πολυθρόνα στο καθιστικό, αλλά μου φάνηκε ότι περνούσε πολύ ώρα, και το δωμάτιο έμοιαζε σκυθρωπό, και δεν είχα ποτέ δει τα μέσα δωμάτια παρόλο που σε αυτό το σπίτι μεγάλωσε εκείνος ο συμμαθητής και είχα έρθει πολλές φορές στα μικρά μου χρόνια. Έτσι σηκώθηκα και πήγα πέρα από την πόρτα, που δεν ήταν εξάλλου ολότελα κλειστή.
Έτρεξα. Είδα. Είδα το βλέμμα του, ήταν ίσως το ίδιο με το οποίο διαρκώς με κοιτούσε, με το οποίο με κοιτούσε όσο του περιέγραφα τη ζωή μου αυτόν τον τελευταίο καιρό και τον μόνιμο φόβο μου, τον άκουσα να τσιρίζει «Όχι!» σα να έβλεπε και εκείνος ότι όλα τώρα άλλαζαν, ότι όλα τώρα δεν ήταν εξασφαλισμένο πως θα γίνουν όπως το ήθελε. Στη μέση του πάγκου της κουζίνας, σε ίση απόσταση από τους δυό μας, βρισκόταν ένα μεγάλο μαχαίρι… Έτρεξα.
Και εκείνος προσπάθησε να το πάρει, όλα έγιναν τόσο γρήγορα, σε μια στιγμή το είχα κατεβάσει στο λαιμό του. Το κεφάλι έπεσε στο πάτωμα και κύλισε για λίγο ώσπου σκάλωσε στο άχρηστο εξόγκωμα που κάποτε ήταν η μύτη ενός ανθρώπου. Έκανα εμετό, μόλις που πρόλαβα να ακουμπήσω το μαχαίρι στον πάγκο πριν να βγει από μέσα μου η κίτρινη, μισητή ουσία.
Εσείς είναι ανάγκη μόνο να βρείτε το φύλλο της εφημερίδας. Σας την έχω ήδη ονοματίσει. Είναι μεγάλης κυκλοφορίας, ακόμα και αυτή η φυλλάδα σε τέτοιους καιρούς τυπώνεται κατά χιλιάδες. Εκεί, εκεί θα το διαβάσετε, πως είχε γίνει ήδη ένας φόνος, και αυτός ήταν, αυτός θα ήταν, ο δεύτερος, με εμένα ως θύμα. Μόνο που κατάφερα, ενάντια σε όλες τις πιθανότητες που στρέφονταν εναντίον μου να νικήσω εγώ. Εγώ υπερίσχυσα σε εκείνο το σπίτι, και αυτό θα σας έλεγα, αν δεν φώναζε εκείνη η γριά όταν με είδε να βγαίνω, αν δεν σχηματιζόταν μια σειρά από ογκώδη σώματα μπροστά στην έξοδο του κτιρίου για να με αποκλείσουν από αυτήν ώστε να φτάσετε εσείς. Διότι και εγώ σε εσάς θα πήγαινα, αλλά με την αλήθεια, όχι με την πρώτη εντύπωση. Ξέρω ποια είναι η πρώτη εντύπωση, δεν είμαι τρελός! Όχι, δεν είμαι, και ας είδα, καθώς προχωρούσα έξω από το σπίτι, και για μια στιγμή αφαιρέθηκα να παρατηρώ αυτό και έτσι δεν άκουσα ότι άνοιγε δίπλα η πόρτα για να βγει εκείνη η παλιόγρια, την αντανάκλασή μου σε ένα τζάμι, τα μακριά, άγρια, ξανθά μαλλιά μου’ το σώμα ενός παλαιστή.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| | |
|
χρηστος καραμανος 01-10-2011 @ 11:50 | Όχι, δεν είμαι, και ας είδα, καθώς προχωρούσα έξω από το σπίτι, και για μια στιγμή αφαιρέθηκα να παρατηρώ αυτό και έτσι δεν άκουσα ότι άνοιγε δίπλα η πόρτα για να βγει εκείνη η παλιόγρια, την αντανάκλασή μου σε ένα τζάμι, τα μακριά, άγρια, ξανθά μαλλιά μου’ το σώμα ενός παλαιστή.
::up.:: ::up.:: ::up.:: | | DeMaupassant 01-10-2011 @ 13:11 | Ευχαριστώ ::smile.:: | | Άγγελος Αραβαντινός 25-06-2012 @ 11:15 | Συγκλονιστικό!! Θερμά συγχαρητήρια φίλε μου!!! ::smile.:: | | DeMaupassant 20-07-2012 @ 00:23 | Σε ευχαριστώ πολύ ::smile.:: | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|