| Σκούντα τον ήλιο να ξυπνά
και την αυγή να φέρνει.
Σάμπως προκάμω να τη δω
επάνω μου να γέρνει.
Ρίξε χρύσο, ρίξ' αργυρό,
στόλιξε τα μαλλιά της.
Κι εγώ της λήθης το νερό
θα χύσω στη ποδιά της.
Να μη θυμάται πως πονώ
κάθε που ξημερώνει.
Και της σελήνης το στερνό
το χάραμ' ασημώνει.
Καλή σου μέρα αγορά
κι εσένανε διαβάτη.
Είθε μη σε βρει η συμφορά
που φέρνει το γινάτι.
Για δες με δρόμε πως τραβώ
στης μέρας το κατώπι.
Να με φοβούνται τα θεριά
να με ξεχνούν οι ανθρώποι.
Κι όλο γυρίζω και ρωτώ
η νύχτα που συχνάζει.
Να με κρατήσει αγκαλιά
τώρα που δε τη νοιάζει.
Πήρα το δάκρυ της βροχής,
του ποταμού τ' αχνάρι.
Κι απ' την αγάπη τη φωτιά
ν' ανάψω τον Αντάρη.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|