Ένας βοριάς παράξενος
φυσάει απόψε
διαβολεμένος και συνάμα αγγελικός
ευθύς θα σε σκοτώσει
μετά θα σε παγώσει
για να μπορείς
να επιστρέφεις ζωντανός
ύστερα … στο πλάι σου
θα στέκει… θα μιλά…
σαν να’ ναι αδερφός
στη γούβα του χιονιού
να θυμηθείς και ν’ αποθέσεις
ένα κομμάτι όνειρο
και μια στάλα ενοχή
είναι το τίμημα
που πρέπει να πληρώσεις
για τη ζωή που σου χαρίστηκε
και αρνήθηκες να ζεις
πιο πέρα στις πεδιάδες
του χαμού
να βλέπεις τις φωτιές
που δε θα ξανασβήσουν
με το βοριά
θεριεύουν... αλυχτούν...
κι ας έχουν χιόνι
μόνο να αφανίσουν
μη σε γελάσει η νιφάδα η λευκή
που όμορφη, αγνή
επάνω σου θα πέφτει
είναι του αιώνιου χειμώνα αδερφή
που η σάρκα η δική σου
θα τη θρέφει
χιλιόμετρα θα περπατάς
σε αφράτο χιόνι
μη σπαταλάς
δυνάμεις σε ικεσίες
σταμάτα πια
να είσαι άβουλο πιόνι
και ουραγός
σε περίεργες συγκυρίες
βγάλε τα ρούχα...
βούτα στο ποτάμι
και ετοιμάσου
να παλέψεις το χιονιά
έτσι κι αλλιώς
εσύ έχεις πεθάνει
κι ετούτος ο χειμώνας
θα μείνει ακόμη
μια χρονιά.