| Φόγκρα μου συμπεθέρα(Γυναικούλα μου), όφου και πάλι νίλες,
σάλευγε, τρέχα τρύπωξε εδά πού ''χω σπαρίλες.
Σπαρίλες από τσι δύσκολες και τσι καταραμένες,
που τσι ''χω 'γώ κοπέλα μου στο σκύλο κολλημένες
Πρωί πρωί επρόβαλες, κράζεις και με ζαλίζεις
κάνεις όσα ν την όρνιθα, τα ζβάχια να σκαλίζεις
``Θέσε τον ανεσήκωτο μου λέει η ρουφιάνα
μόνο δροσοποτούλιασμα επήρες απ τη μάνα;``
-Διάλε τς αποθαμένους σου νερατζολεμονιά μου
εσένα και το σόι σου, γράφω σας στ' απ αυτά μου
Σιγά μωρή παράωρη μη με καλαποδιάσεις
τα αγκίνια τα σαλβάρια μου στα πόδια μου να μπάσεις.
Δε ντο κουνώ από παδέ, παρέα ανημένω,
το Μιχελή το Σοφοκλη, κι έναν μπουνταλιασμένο
να γίνει καλοκαιρινοί ετούτο το κονάκι
κι αργά αν θέλεις κόπιασε για κάνα ουισκάκι
-"Ουίσκια θες μπρε μπαταξή", λέει, μου η γαϊδάρα.
"Εσυ σαι ανεπρόκοπος, και ουλή σου ή φάρα."
-Εγώ τον ύπνο αγαπώ και τη δροσοποτούλα
και σκώνομαι τη ταχινή και τρώγω γαλοπούλα.
-"Όποιος τον ύπνο αγαπά και τη δροσοποτούλα
σηκώνετε την ταχινή και τρώει μια σκατούλα."
Φταρμίζει και τον κόρακα στο αγλάκι τόνε πιάνει
πιάνει στα χέρια τζι χρυσό και κάρβουνο τον κάνει.
Τ αλώνι μας ετίγκαρε,από την καβαλίνα
η μαύρη η φοράδα μας χέζει εδά να μήνα.
Βαρύ τσιλιό τηνέ κρατεί απ την αδιαφορία
σαφή με τέτοια γίβεντα πιάνει την αφασία.
Μ ΄αυτή τσινά κι ωρύεται,πάει στο Μεϊντάνι,
κι απ' την πολύ τη μάνητα τα κρέτα τζι δαγκάνει.
Πες μου ποιος είδε το Θεό και δεν έκλασε μέντες,
εβάστα κάτι τσούρλους νά! Κι αρχίζει με στσι πέτρες.
Να ειδείς τσουρλίδια και κακό,τσι ξέστριψε η βίδα;
Γι μύγια την ετζίμπησε, γι μια μεγάλη σφήγκα.
Πιάνω 'να Αγκιναρόδαυλο, ξερό γεμάτο αγκάθες,
παίζω τσι στο “δόξα-πατρί”.Εκιά να ειδείς αγάπες!
σπαρίλες=Τεμπελιές
ζβάχια= ορχεις
δροσοποτούλιασμα =καλοπέραση
παράωρη=τρελή
καλαποδιάσεις=τρικλοποδιάσεις
σαλβάρια= είδος υποδήματος
ταχινή = αυγή
αγλάκι= τρέξιμο
τσινά= κλοτσάει
κρέτα= κρέατα
τσουρλίδια= πέτρες
“δόξα-πατρί”= η μέση του μετώπου.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|