*Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος: Ανδρέας Εμπειρίκος «Ο πλοκαμός της Αλταμίρας»
-Νύχτα και φυσάει,
φορώντας λασπωμένα παπούτσια
φιλώντας κρύα χείλη
ο χρόνος να γλιστράει
θα πετάξουμε ψηλά
Σε νύχτες που φυσάει
όπου αναταράσσονται τα ιπτάμενα χαλιά…
Θα πετάξουμε ψηλά
πάνω από το φράκτη
που πάνω του ζωγράφισαν κτήρια
–θορυβώδη χώρα
θα πιω από την καρδιά σου-
Χέρι που ανοίγει
δρόμο στο σκοτάδι
–Μαγεμένη πόλη
θα έρθω να σε βρω
-Νύχτες και νύχτες
μα πάντα απογείωση
Μάτια που δακρύζουν από το κρύο
Αεροπλάνα μεγάλα
που ακουμπάνε τον διάδρομο
Σημαίες καραντίνας
σε πλοία που
δεν πιάνουνε λιμάνι…
Ο Θεός μας ευλογεί
-και εγένετο σιωπή-
κρύα λόγια που σβήνουν
ο χρόνος που
γλιστράει και φεύγει
κρύες πέτρες που
πάνω τους κοιμούνται
χαρούμενοι νεκροί
-Νύχτα και φυσάει
Στο πρόσωπο μας χαϊδεύουν
οι σταγόνες
Που ξέφυγαν από την θάλασσα
και ήρθαν να μας βρουν
Κάθε απόδραση είναι ένα υπέροχο αστείο
χωρίς ενοχές ή φόβο
αγγίζουμε την αυγή
μιας ευτυχίας…
Η γιορτή δεν τελειώνει
Μες στο σκοτάδι της λίμνης
Ο πατριάρχης θυμάται
πως κάποτε ήταν παιδί
Φιλώτας κρύα χείλη
ο χρόνος γλιστράει
Χρόνος…
-Σταγόνες που ξέφυγαν
από τα δέντρα…
Νανούρισμα αιώνιο
Πάνω σε μία διάφανη αιώρα
Στηριγμένη σε
Πανύψηλα δέντρα
Από εκεί κανείς
δε δύναται να κατέβει
Αλλά νιώθει να πετάει
-Νύχτα και φυσάει
Λόγια που σβήνουν
Και
Αρχίζουν σαν τρένα
Διαδρομές τα παραμύθια
Όπου μία φορά και ένα καιρό
Ερωτεύτηκαν
Οι λέξεις το φεγγάρι
Και όλοι μπόρεσαν
Να ακουμπήσουν
Γυμνοί, υγρά τα δέντρα
Βιβλία που ανθίζουν στις σελίδες
Τα όνειρα
Ένα
Ατέλειωτο
Ταξίδι
-Νύχτα και φυσάει,
φορώντας λασπωμένα παπούτσια
φιλώντας κρύα χείλη
ο χρόνος να γλιστράει…
….
….
….