Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
131919 Τραγούδια, 269727 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Ο πόλεμος των επαρχιών
 Αυτά για σήμερα...Μόνο τα δικά σας από εδώ κι εμπρός.
 
Ο πόλεμος των επαρχιών

Πάλι ρωτάς τι μου συμβαίνει,
Και την απόκριση μου λες τη δικαιούσαι.
Κι είδα το δρόμο να ανηφορίζει,
Το δρόμο που είναι πίσω απ' τις πλάτες μου.
Κι είπα στα μάτια μου να μπούνε στις πτυχές του,
Γιατί κουράστηκα, τ' άπορα γόνατα λυγίζουν.

Κι είναι στου δρόμου τις πλευρές,
Θάμνα πράσινα, που τα γυαλίζει η δροσιά.
Πάνω στο τρυφερό το χαμομήλι,
Αγαπιούνται οι μέλισσες.
Ένα παιδί γελά καλόκαρδα,
Γιατί η μικρή χελώνα δεν θα του ξεφύγει.
Κι έχει τον ήλιο των τεσσάρων εποχών,
Παντού να απλώνεται μειλίχιος,
Γιατί είναι όμορφη τούτη η γη
Κι είναι καλοί οι άνθρωποί της.
Κι έφτασα στην Επαρχία την πρώτη,
Πριν τη Μεγάλη Πολιτεία,
Βαφτίσια είχανε και γάμο,
Γιατί ένα μωρό που εγκαταλείφθηκε,
Το πήρε η νύφη για δικό της.
Ήταν ωραίο το τραπέζι τους,
Μαζί τους έμεινα στο γλέντι,
Μέχρι να γίνει η δύση,
Να ανάψουνε τα φώτα στα μονοπάτια.
Και χτύπησε της επαρχίας η πύλη,
Όλοι χαρήκανε, γιατί ευχές περίμεναν,
Απ' τη Μεγάλη Πολιτεία.
Και πήραν το γράμμα επίσημο,
Ένας κήρυκας το 'φερε, σε χέρια ξύλινα.
Η νύφη έφυγε βουβή, να κλάψει μόνη της,
Πίσω, έξω από την σκοτεινή την έξοδο,
Έφευγε ο άντρας της, για πάντα αμάθητος,
Γιατί η Επαρχία η δεύτερη κήρυξε πόλεμο,
Στην Επαρχία την πρώτη,
Αλλά η Μεγάλη Πολιτεία, το είπε,
Θα βοηθήσει, κανείς να μην ανησυχεί.

ʼπλωσες το χέρι σου στον ώμο μου,
Να σε κοιτάξω, είπες, να σου πω,
Γιατί εσύ με νιώθεις.
Κι είπα στα μάτια μου να συνεχίσουνε,
Να περιμένεις ζήτησα,
Δεν ξεκουράστηκα ακόμα.

Κι είδα στην Επαρχία τη δεύτερη,
Δαυλούς παντού να καίνε στα παράθυρα,
Γιατί τα φώτα έπαψε,
Η Μεγάλη Πολιτεία,
Και όλοι απόψε αγρυπνούνε.
Κανείς δεν είναι ανήσυχος,
Μόνο που ξύπνησαν απότομα,
Αλλά κανείς δεν είναι ανήσυχος.
Κι είχαν συμβούλιο στην πλατεία,
Και μια γυναίκα μοίραζε τσιγάρα και νερό,
Περνώντας αμίλητη, ανάμεσά τους.
Ρώτησα κι είπανε όλοι το ίδιο,
Ότι είναι ήσυχοι σε άλλο ένα βράδυ δύσκολο,
Και χρόνια τώρα που θυμούνται,
Έρχονται κήρυκες τις νύχτες,
Με νέα σε χέρια ξύλινα,
Ότι ξένοι θα τους βλάψουν,
Και να 'ναι πάντα έτοιμοι.
Παίζαν τα παιδιά παράμερα
Τρέχοντας γρήγορα , με γέλια.
Φώναζαν οι μάνες με θυμό,
Να φέρονται όμορφα,
Γιατί η Μεγάλη Πολιτεία,
Δε θα δεχτεί να τα σπουδάσει,
Κι ούτε θα δουν τα τσιμεντένια σπίτια της,
Τα τόσο όμορφα κι αλλιώτικα.
Και χτύπησε της Επαρχίας η πύλη,
Όλοι κοιτάχτηκαν με γνώση,
Και στην πλατεία που άδειασε,
Ακούστηκε ολοκάθαρα
Η ξύλινη χειραψία του κήρυκα.

Είδα το βλέμμα σου που απόρησε,
Το χέρι πήρες απ' τον ώμο μου,
Είδες πως έφυγα για πάντα.
Η Επαρχία που ζήσαμε είναι ό,τι είχαμε,
Και η Μεγάλη Πολιτεία,
Ό,τι μας έμεινε.



 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 7
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αταξινόμητα
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

 
MARGARITA
01-12-2005
ʼπαιχτο!!!!!!
Γιώργος_Κ
01-12-2005
ΓΕΜΑΤΟ ΕΙΚΟΝΕΣ, ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΟΝΕΣ!! ΕΥΓΕ!!
χρήστος
01-12-2005
πολύ καλό... να σαι καλά
renouli
01-12-2005
Κι εσύ. Την καλημέρα μου.
ΝΤΕΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
01-12-2005
Πολυ καλο !!!!!
MAKHS KAURISMAKHS
01-12-2005
με Κόκκινο σχόλιο
maraki
01-12-2005
Me margarita

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο