| Στην άθλια κρυψώνα σου
σίγουρα τη γνώρισες
τη ζωοφόρο αναγνώριση
Στον έναν ώμο κρατούσες
το ορθότερο ανάστημα
στον άλλο έμαθες να στεργιώνεις
δροσερές αναμνήσεις απ' το δάσος
γαργαλιστικών σφυριγμάτων
που έως και τώρα άδουν
στο μήκος των αυτιών σου
Τι να κερδίζεις άραγε απ' το στυγνό το πάθος;
Ιδρώτα ή φωνή;
Κέντρισαν οι αναστεναγμοί σου
τη γνησιότητα μιας φράσης
Κι ακόμα ζουν εκεί
Στην πρώτη της βασιλεία
η θυσία σου χάρισε την καθαρότητα
Στο αργό της γέρασμα
στάθηκες σφικτός στύλος
που από μέσα έλιωνε σαν πάγος
Σε όλα μέσα, ένας είναι ο μέγας σου εχθρός
ξέρει καλά να γδέρνει μικρά αυλάκια
Είναι η Αναπόφευκτη, η Μνήμη
και τα κόκκαλα νεκρών θέλει να τρίζει
Κι όμως στέκει αυτή το αόρατο χέρι
που πάλλει τα θηλυκά σου δάχτυλα
σε ανατριχίλα από αργό χάδι άλλων
ανύπαρκτο κι αλλοτινό
για να προικίσουν λίγο τον κόσμο
με μια στιγμή αναπνοής
Ξανά εκείνη είναι που στρέφει
μοχλούς κι ιδέες που αιώνια προϋπάρχουν
φυτρώνουν στο δικό σου πρώιμο μυαλό
παράγει και τώρα μπερδεμένο
για να σβήσει τον ηδονικό εκείνο ψύθηρο
Και να σε τώρα
πίσω σε κείνο το δάσος
αραδιασμένη στο χορτάρι
η πάντα πολυπόθητη κυρά της μοίρας σου
Στα χέρια σου πένα και χαρτί
βρεμμένο από μελάνι και αλατόνερο
Χαιδεύεις εσύ το δικό σου χέρι
και κάπως πιο αλαφιασμένη
ψάχνουν τα αυτιά σου
να ακούσουν εκείνο τον απέραντο ψίθυρο
και η μύτη σου να ρουφήξει
εκείνων των ημερών βρεγμένο το χώμα
Ακόμη πιο απίθανα
να βρούν τα μάτια σου
τις δυο εκείνες γυαλιστερές σπίθες
Οδύρεσαι, μα δεν τα βρίσκεις
Και γίνεται το μοιρολόι λεπίδα
να κεντρίσει
των λεπτοτέρων νοημάτων την πηγή
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|